Κυριακή 29 Ιανουαρίου 2012

ΕΝΟΤΗΤΑ 36η - Ασκησεις

36. Manius Curius Dentātus maximā frugalitāte utebātur, quo facilius divitias contemnĕre posset. Die quodam Samnitium legāti ad eum venērunt. Ille se in scamno assidentem apud focum et ex ligneo catillo cenantem eis spectandum praebuit. Samnitium divitias contempsit et Samnītes paupertātem eius mirāti sunt. Nam cum ad eum magnum pondus auri publice missum attulissent, ut eo uterētur, vultum risu solvit et protinus dixit: " Supervacaneae, nē dicam ineptae, legatiōnis ministri, narrāte Samnitibus Manium Curium malle locupletibus imperāre quam ipsum fieri locuplētem; et mementōte me nec acie vinci nec pecuniā corrumpi posse".

ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ
1. Να γράψετε τους τύπους που ζητούνται:
frugalitāte κλητική ενικού
Die quodam ονομαστική πληθυντικού
scamno αιτιατική πληθυντικού
focum ονομαστική ενικού
ligneo catillo ονομαστική πληθυντικού
paupertātem αφαιρετική ενικού
pondus ονομαστική πληθυντικού
auri ονομαστική ενικού
ministri κλητική ενικού
locuplētem δοτική ενικού
acie γενική ενικού
vultum ονομαστική πληθυντικού
risu γενική ενικού

2. Να γράψετε τους τύπους που ζητούνται
utebātur β ενικό προστακτικής
posset β πληθυντικό υποτακτικής ενεστώτα
venērunt απαρέμφατο μέλλοντα
assidentem β ενικό οριστικής μέλλοντα
praebuit αφαιρετική σουπίνου
contempsit γενική γερουνδίου
mirāti sunt β πληθυντικό προστακτικής ενεστώτα
attulissent απαρέμφατο ενεστώτα
missum γ πληθυντικό υποτακτικής υπερσυντελίκου
dicam β ενικό προστακτικής ενεστώτα
fieri β πληθυντικό προστακτικής ενεστώτα
mementōte β πληθυντικό προστακτικής ενεστώτα
vinci αιτιατική σουπίνου
corrumpi β ενικό οριστικής παρακειμένου

3. Να γράψετε τον αντίστοιχο τύπο στους άλλους βαθμούς
maximā
facilius
locuplētem
magnum

4. Να αναγνωρίσετε συντακτικά τις προτάσεις :
quo facilius divitias contemnĕre posset /
cum ad eum magnum pondus auri publice missum attulissent /
ut eo uterētur /
nē dicam :

5.Να χαρακτηριστούν συντακτικά οι τύποι:
frugalitāte, facilius, se, assidentem, spectandum, eius ,pondus, auri,eo,risu, corrumpi

6. Στην άλλη φωνή:
Samnitium divitias contempsit
vultum risu solvit et protinus dixit
cum ad eum magnum pondus auri publice missum attulissent,

7. Να δηλωθεί ο σκοπός με 5 άλλους τρόπους: spectandum

8. Να δηλωθεί η απαγόρευση με δύο τρόπους: narrāte Samnitibus
9. α. Die... venerunt : Σε πλάγιο με εξάρτηση: Aliquis dixit
β. Ministri... locupletem : Σε πλάγιο με εξάρτηση : Manius Curius imperat
γ. «Supervacaneae, ne dicam ineptae, legationis ministri, narrate Samnitibus Manium Curium malle locupletibus imperare quam ipsum fieri locupletem». Σε πλάγιο με εξάρτηση: Manius admonuit

10. Από πλάγιο σε ευθύ: narrate... locupletem./ mementote.., posse .

11. Να γίνει αφαιρετική απόλυτη: cum (Samnites) magnum pondus auri attullissent .

12. Να ενωθούν και να γίνει μετοχική η πρώτη πρόταση:
Samnitium divitias contempsit et Samnites paupertatem eius mirati sunt/
(Manius Curius) vultum risu solvit et protinus dixit
13. Nam cum ad eum magnum pondus auri publice missum attulissent, ut eo uteretur, vultum risu solvit et protinus dixit: Να αναγνωρίσετε τις δευτερεύουσες προτάσεις του παραπάνω αποσπάσματος και να αιτιολογήσετε την έγκλιση και τον χρόνο εκφοράς τους.

14.facilius : να γράψετε τους τρεις βαθμούς του αντίστοιχου επιθέτου στην αφαιρετική του ενικού αριθμού στο αρσενικό γένος.

πηγή:Νεάρχου παράπλους

Τετάρτη 25 Ιανουαρίου 2012

"ΞΕΧΑΣΤΕ ΜΕ ΣΤΗ ΘΑΛΑΣΣΑ..."

Έτσι έγραψε ο Θόδωρος Αγγελόπουλος λίγο πριν την έναρξη του σεναρίου της ταινίας του "Ταξίδι στα Κύθηρα" που χθες βράδυ "έφυγε" ξαφνικά από τη ζωή την ώρα που βρισκόταν στα γυρίσματα της νέας του ταινίας, καθώς τραυματίστηκε από διερχόμενο μοτοσικλετιστή



Από την πλευρά της η Εταιρεία Ελλήνων Σκηνοθετών εξέφρασε τη συντριβή των Ελλήνων Κινηματογραφιστών για την τραγική απώλεια του επίτιμου προέδρου της με τρόπο ιδιαίτερα συγκινητικό:

Εβρεχε γλυκά εχθές το βράδυ

όπως τότε

που μας συμφιλίωνες με το δάκρυ μας

που μας φανέρωνες τα Κύθηρα

που μας δώριζες την Ελλάδα

που μας χάιδευες το παιδί μέσα μας…

Και σαν διάλεξες να φύγεις

πρόλαβες και

μας πέρασες στην άλλη θάλασσα:

στην αξιοπρέπεια και στο όνειρο.

Έβγαινες απ’ το όνειρο, καθώς μπαίναμε στο όνειρο

έτσι ενώθηκε η ζωή μας και θα ’ναι δύσκολο πολύ να ξαναχωρίσει…


Υποκλινόμαστε στο Θόδωρο της καρδιάς μας…

πηγή:"ΤΟ ΒΗΜΑ"

Τρίτη 24 Ιανουαρίου 2012

TI EINAI H ΠΟΙΗΣΗ;

Είπαν κάποιοι ποιητές για την Ποίηση...



«Η ποίηση είναι από τα πιο επηρμένα μυστήρια, τα πιο αχανή, και μόνο ικανοποίηση στις παρομοιώσεις δίνεις αν πεις ότι είναι ένα μείγμα εύγεστων δηλητηρίων σε χρυσά δελεαστικά ποτήρια, ή ότι είναι ο πειρασμός, ο δαίμονας που μπαίνει ξαφνικά στο σώμα του κανονικού, προκαλώντας ένα σεληνιασμό γόνιμο ή ακόμα ότι είναι ένα είδος ευθανασίας των πραγμάτων που υποφέρουν μέσα μας είτε ως ανικανοποίητα είτε ως προδομένα "

"Η τέχνη ξαναπλάθει ως λαθραίος θεός τον κόσμο από την αρχή, μεταμορφώνοντας ό,τι μας απελπίζει ως γνωστό κι αδιάσειστο σε μια καταπραϋντική αβεβαιότητα."

"Βαδίζεις σε μια έρημο. Ακούς ένα πουλί που κελαηδάει. Όσο κι αν είναι απίθανο να εκκρεμεί ένα πουλί στην έρημο, ωστόσο εσύ είσαι υποχρεωμένος να του φτιάξεις ένα δέντρο. Αυτό είναι το ποίημα."

(Κική Δημουλά)

Δεν άργησα να αντιληφθώ ότι και για τους ποιητές ισχύει αυτό εδώ, ότι δηλαδή δεν δημιουργούν με τη σοφία, αλλά με κάποιο φυσικό χάρισμα, με κάποια έμπνευση ανάλογη μ' εκείνη των μάντεων και των χρησμωδών. Γιατί πράγματι αυτοί λένε πολλά και καλά, αλλά δεν γνωρίζουν τίποτα γι' αυτά που λένε.

(Απολογία Σωκράτους)

Αμ' οι ποιητάδες; Αρσενικές Πυθίες, που κουβεντιάζουνε με τους Θεούς σαν παλιοί κουμπάροι…Μεσάτοι, κουνιστοί και με κομμένα μάτια, κει που περπατάνε σκορπίζοντας αρώματα και χάχανα καμπανιστά, σταματάνε ξαφνικά, γουρλώνουνε τα μάτια και κοιτάζουνε τ' άστρα μέρα μεσημέρι. Κείνη τη στιγμή κατεβαίνουν άγγελοι των Θεών και τους καλούνε στον Όλυμπο της Μωρίας!... Εκεί μεθάνε κ' εδώ χρησμολογούνε. Με τα μάτια των στίχων μας λυτρώνουν από τα δεσμά της ματαιότητας. Αφτοί δίνουν αιωνιότητα σ' ότι αγγίσουνε με την πνοή τους. Χάρη σ' αφτούς ο κόσμος γίνεται καλύτερος και βασιλέβουνε στη γης η ψυχή κι ο Θεός!

(Κ. Βάρναλης: Η αληθινή απολογία του Σωκράτη)

Λέξεις ερχόμενες από πολύ παλαιά ή άλλες νεότερες, ακόμα και ιδιωματικές συνωστίζονται στην άκρη της πένας σου, σαλεύουνε σαν κάτι να ζητάνε, αναπηδούν ως το σημείο να σε πιτσιλάνε και στο πρόσωπο…

Χρειάζεται συνεχώς ν' απωθείς, ν' αποποιείσαι, να επιλέγεις, να υιοθετείς… Να δοκιμάζεις με τον ίδιο τρόπο που δοκιμάζει ο Σολωμός δεκαεννέα φορές τον ίδιο στίχο. Επειδή –κοντά στα άλλα πρέπει να το υπενθυμίζει κανείς αυτό- η ακριβολογία στη σκέψη δεν συμπίπτει πάντα με την ακριβολογία στα αισθήματα∙ πόσο μάλλον στα οράματα ή στους διασκελισμούς που απαιτούνται για να κινηθείς σ' ένα επίπεδο υπεράνω πολύ της χρηστικής πραγματικότητας.

(Οδ. Ελύτης: "Ιδιωτική Οδός")

Η ποίηση είναι ένα ταξίδι

Σ’ άγνωστη χώρα.

Η ποίηση είναι ταυτόσημη

Με την παραγωγή ραδίου.

Για μια και μόνο λέξη

Λιώνεις χιλιάδες τόνους

Γλωσσικό μετάλλευμα.

Βλαντιμίρ Μαγιακόβσκι

Εγχειρίδιο Ποιητικής

1. Αν ζήσεις μ' ένα ποίημα, θα πεθάνεις μόνος.

2. Αν ζήσεις με δύο ποιήματα, θ' αναγκαστείς να απατήσεις το ένα.

3. Αν συλλάβεις ένα ποίημα, θ' αποκτήσεις ένα παιδί λιγότερο.

4. Αν την ώρα που γράφεις φοράς το στέμμα σου,
οι άλλοι θα σε κοροϊδεύουν.

5. Αν την ώρα που γράφεις δεν φοράς το στέμμα σου,
θα κοροϊδεύεις εσύ τον εαυτό σου.

6. Αν επαινείς τα ποιήματά σου, θα σ' αγαπήσουν οι βλάκες.

7. Αν επαινείς τα ποιήματά σου κι αγαπάς τους βλάκες,
θα σταματήσεις να γράφεις.

8. Αν γράψεις ένα ποίημα και επαινέσεις το ποίημα κάποιου άλλου,
θα σ' ερωτευθεί μια ωραία γυναίκα.

9. Αν γράψεις ένα ποίημα και επαινέσεις υπερβολικά το ποίημα κάποιου άλλου,
θα σε προδώσει μια ωραία γυναίκα.

10. Αν αφήσεις τα ποιήματά σου γυμνά,
θα σε κατατρύχει ο φόβος του θανάτου.

11. Αν σε κατατρύχει ο φόβος του θανάτου,
τα ποιήματά σου θα σε σώσουν.

12. Αν απαρνηθείς τα ποιήματά σου για την πεζογραφία,
θα βγεις σίγουρα κερδισμένος.
Η ποίηση θα αντέξει και χωρίς εσένα.

(Χάρης Βλαβιανός Νέα Ποιήματα 1996 – 1997)

Πολλοί στίχοι είναι σαν αργυρές κλωστές δεμένες
στα καμπανάκια των άστρων- αν τους τραβήξεις,
μια ασημένια κωδωνοκρουσία δονεί τον ορίζοντα.
Πολλά ποιήματα μένουν αργά τη νύχτα στην ερημιά
βρέχουν κάθε τόσο τα τέσσερα δάχτυλα
των στίχων τους σ’ ένα ρυάκι,
ύστερα χάνονται ονειροπαρμένα μες στο δάσος,
πνίγονται στο χρυσό πηγάδι της σελήνης-
ένα σωστό ποίημα όμως ποτέ δεν καθυστερεί
σε μια γωνιά του ρεμβασμού.
Είναι πάντα στην ώρα του, λέει παρών
στο πρώτο κάλεσμα της εποχής του.

(Γιάννης Ρίτσος)

Η ποίηση μοιάζει ανάρρωση γλυκιά με απουσίες δικαιολογημένες...
Με τέσσερις αισθήσεις γυρίζει ή με έξι
ραβδοσκοπώντας φλέβες του ουρανού
ώσπου σκοντάφτει στον προτελευταίο στίχο...
Ο τελευταίος στίχος δεν μένει πάντα τελευταίος.
Κάποτε γίνεται πρώτος στίχος ενός ποιήματος
που γράφει κάποιος αναγνώστης

( Μιχάλης Γκανάς)

Αυτό είναι στο βάθος η ποίηση,
η τέχνη να οδηγείσαι και να φτάνεις προς αυτό που σε υπερβαίνει
να γίνεσαι άνεμος για τον χαρταετό και χαρταετός
για τον άνεμο, ακόμα κι όταν ουρανός δεν υπάρχει.
Δεν παίζω με τα λόγια.
Μιλώ για την κίνηση που ανακαλύπτει κανείς

να σημειώνεται μέσα στη στιγμή
όταν καταφέρνει να την ανοίξει και να της δώσει διάρκεια.

Οδυσσέας Ελύτης

Αφού κατά λάθος

ο κόσμος

είναι μια ποίηση.

Τάσος Λειβαδίτης

Μια πόρτα ανοιχτή, για την οποία αιώνες τώρα

φτιάχνονται ατέλειωτες αρμαθιές αντικλείδια

Γιώργης Παυλόπουλος

Δυο θαμποί προβολείς μες στην ομίχλη, ένα δελτάριο
σε φίλους που λείπουν με τη μοναδική λέξη ζω

Μανόλης Αναγνωστάκης

Τι νομίζεις, λοιπόν κατά βάθος η ποίηση

είναι μια ανθρώπινη καρδιά

φορτωμένη όλο τον κόσμο.

Νικηφόρος Βρεττάκος

Η ποίηση έχει τις ρίζες της στην ανθρώπινη ανάσα.

Σεφέρης

Λανθάνουσα κοινή ανθρώπινη ανάγκη για ουρανό

Μίλτος Σαχτούρης

Ποίηση ανάμνηση από φίλντισι
άναμμα τσιγάρου κατά λάθος από φεγγάρι
δασκάλα μόνη μελαγχολική στο διάλειμμα
ένα βιολί που παίζει μοναχό του
χαλκός χαλκωματένια χαλκωματάς
-όλα τα παλιά γυαλίζω
πεταλούδα που γλιτώνει από τη φωτιά
φωτιά που γλιτώνει από τα νερά
βιολέτες σ’ άσπρο λαιμό
άσπρο άλογο που τρέχει σε μαύρο ουρανό
νύχτα στρωμένη τσιγάρα
λέξεις.

(Θωμάς Γκόρπας, Ποίηση ‘76)



Η ποίηση δεν είναι ο τρόπος

να μιλήσουμε,

αλλά ο καλύτερος τοίχος να κρύψουμε

τα πρόσωπά μας.

(Μανόλης Αναγνωστάκης)



Μας διώχνουνε τα πράγματα, κι η ποίηση

είναι το καταφύγιο που φθονούμε.

(Κώστας Καρυωτάκης)



Κι η ποίηση: ένα παιχνίδι

που τα χάνεις όλα,

για να κερδίσεις ίσως

ένα άπιαστο αστέρι.

(Τάσος Λειβαδίτης)



Η ποίηση είναι

εκείνος ο εαυτός μας

που δεν κοιμάται ποτέ.

(Γιώργος Σαραντάρης)




Το χρυσό δίχτυ,

όπου τα πράγματα σπαρταρούν

σαν ψάρια.

(Γιώργος Σεφέρης)



Η ποίηση είναι ένα αίνιγμα από συνηθισμένα λόγια

(Τάσος Λειβαδίτης)



Σφαγμένη εντός σου μια ερώτηση που δε λέει να σωπάσει

(E. Κακναβάτος)



Ακραία δυνατότητα μιας άνοιξης

(Νίκος Φωκάς)


Χαρταετός που ξέφυγε απ’ τα χέρια μικρού παιδιού

(Θωμάς Γκόρπας)


Η ποίησις είναι ανάπτυξις

στίλβοντος ποδηλάτου.

(Ανδρέας Εμπειρίκος)


Ω, ποίηση αναμάρτητη

εμπιστευμένη στη δροσιά της θύελλας,

Ω, ποίηση ατελεύτητη

φτεροκόπημα χελιδονιών.

(Τάκης Βαρβιτσιώτης)


Φαίνεται όμως πως θαύματα δεν κάμνουν μόνο

οι διάβολοι κι οι θεοί. Θαύματα κάνει

κι η ποίηση, όταν πράγματι είναι ποίηση.

(Γιώργος Βαφόπουλος)



Η ποίηση είναι το άλλο πρόσωπο της υπερηφάνειας.

(Οδυσσέας Ελύτης)


Η ποίηση πρέπει να ‘ναι

Ένα ζαχαρωμένο βότσαλο

Πάνω που θα ‘χεις γλυκαθεί

Να σπας τα δόντια σου.

(Αργύρης Χιόνης)


Δοκιμές, εν φαντασία και λόγω, νάρκης του άλγους

(Καβάφης)




Τα ποιήματα δεν είναι και τόσο δύσκολα, το ξέρετε.

Και αν σηκώσεις τις λέξεις, είναι τόσο θλιμμένα,

σαν δάχτυλα που πόνεσες μια νύχτα με αγωνίες.

(Γιώργος Μαρκόπουλος)


O,τιδήποτε στον κόσμο μπορεί να είναι η αιτία του κόσμου.
H ποίηση όμως είναι το μοναδικό πράγμα στον κόσμο
που έχει αιτία γι’ αυτό αφανίζεται από κάτι που δεν έχει αιτία.

(Γ. Χειμώνας, ‘Ο εχθρός του ποιητή’)


Πολλοί στίχοι είναι σαν πόρτες -

πόρτες κλειστές σ’ ερημωμένα σπίτια

και πόρτες ανοιχτές σε ήμερες συγυρισμένες ψυχές.

(Γιάννης Ρίτσος)


Θυμάμαι παιδί που έγραψα κάποτε

τον πρώτο στίχο μου.

Από τότε ξέρω ότι δε θα πεθάνω ποτέ -

αλλά θα πεθαίνω κάθε μέρα.

(Τάσος Λειβαδίτης)



Ο τελευταίος στίχος δε μένει πάντα τελευταίος.

Κάποτε γίνεται ο πρώτος στίχος ενός ποιήματος,

που γράφει κάποιος αναγνώστης.

(Μιχάλης Γκανάς)


πηγή:culture.ana-mpa.gr

ΠΟΙΗΣΗ 1948 - ΝΙΚΟΣ ΕΓΓΟΝΟΠΟΥΛΟΣ

ΝΙΚΟΣ ΕΓΓΟΝΟΠΟΥΛΟΣ «Ποίηση 1948»

-Γράφεται το 1948, ανήκει στην συλλογή «ΕΛΕΥΣΙΣ» , που μπορεί να αναγνωστεί διττά, δηλ. και έλευσις και ελευσίς.
-ΘΕΜΑ: η αδυναμία της ποίησης να αρθρώσει λόγο μέσα στις αιματηρές συνθήκες του εμφύλιου πολέμου. Το γενικότερο μήνυμα είναι το χρέος του ποιητή απέναντι στις επιταγές της πραγματικότητας.
Το ποίημα "Ποίηση 1948",αποτελεί το αποκορύφωμα της ευαισθησίας, της αποδοκιμασίας, και της αυτοσυνειδησίας, στοιχεία που δηλώνουν ακόμα μια φορά τη πολιτική ηθική του Νίκου Εγγονόπουλου.
-Αν και εκπρόσωπος του υπερρεαλισμού ο Εγγονόπουλος, στο συγκεκριμένο ποίημα τα δείγματα υπερρεαλιστικής γραφής είναι μόνο μορφικά, όπως η ελλειπτική διατύπωση, ο «τεμαχισμένος» λόγος, οι λέξεις- θραύσματα,η έλλειψη στίξης, οι ανισοσύλλαβοι στίχοι. Η αυτόματη συνειρμική γραφή απουσιάζει τελείως, αφού η δομή του ποιήματος είναι λογικά διαρθρωμένη (θέση, αιτιολόγηση, επιχειρηματολογία, συνέπειες) και τα νοήματα σαφή, όπως θα ταίριαζε σε μια λιτή και σοβαρή δήλωση.
-Γλώσσα: δημοτική με ορισμένες λόγιες λέξεις (ως αν, προ πάντων)
-Ύφος: χαμηλόφωνο, εξομολογητικό.

ΤΙΤΛΟΣ: πληροφορία για το χρόνο (1948) , η έλλειψη του άρθρου στη λέξη «ποίηση» καθολικεύει τη σημασία της και της προσδίδει διαχρονικότητα.

α΄ στροφική ενότητα: η αντιποιητική εποχή
Στ. 1,2---προσδιορισμός χρόνου της αφήγησης και της ιστορικής πραγματικότητας, η λέξη «σπαραγμός» είναι συναισθηματικά φορτισμένη, αφού αποδίδει ανάγλυφα την τραγικότητα της ιστορικής στιγμής και καταδικάζεται έμμεσα ο πόλεμος
Στ. 3,4---ο χαρακτήρας της εποχής είναι αντιποιητικός, ωστόσο ο ποιητής την ώρα που κάνει αυτή τη δήλωση «δεν είναι εποχή για ποίηση» γράφει ποίηση. Πώς εξηγείται αυτή η αντίφαση;.
Αξίζει να σημειώσουμε πως η αδυναμία του ποιητή να λειτουργήσει
παραγωγικά εξαιτίας της περιρρέουσας πραγματικότητας αποτελεί μια
επιφανειακή αντινομία, καθώς μας το ομολογεί μέσω ενός ποιήματος.
Στ. 5---η ειρωνική αναφορά (παρόμοια), εμπνευσμένη από καβαφικό στίχο, επιτείνει την τραγικότητα και την αδυναμία των πνευματικών ανθρώπων να παράγουν έργο κάτω από τέτοιες συνθήκες, όπου μόνο μέλημα των ανθρώπων είναι η επιβίωση.
Στ. 6-13---η ποιητική αμηχανία που δηλώθηκε παραπάνω, εδώ αισθητοποιείται και αιτιολογείται μέσα από μια μακάβρια παρομοίωση που καταγράφει τη σκληρή πραγματικότητα: η ποίηση δε μπορεί να ξεφύγει από το θάνατο, η φρίκη που προκαλεί ο πόλεμος δε μπορεί να εμπνεύσει τον ποιητή ή και αν κάτι γράψει, μέσα του καθρεφτίζεται ο θάνατος και η φρίκη. Εκφράζει την αδυναμία του να καταγράψει με λόγια την τραγωδία που ξετυλίγεται γύρω του κι έτσι παραβολικά εξομοιώνει τη διαδικασία της ποιητικής γραφής με τη διαδικασία γραφής αγγελτηρίων θανάτου

β΄ στροφική ενότητα: ελάχιστα και πικραμένα ποιήματα
-εξομολογητικός χαρακτήρας, ανάγκη του ποιητή να απολογηθεί και για το είδος και για την ποσότητα της ποιητικής του δημιουργίας
- η λέξη «πικραμένα» μέσα από το σχήμα υπαλλαγής (ο ποιητής είναι πικραμένος) προσδιορίζει τη συναισθηματική συμμετοχή του ποιητή στις ιστορικές εξελίξεις
- το σχόλιο στην παρένθεση (στ.17) που έχει μορφή ρητορικής ερώτησης επιβεβαιώνει το σταθερό ποιητικό προσανατολισμό των ποιημάτων του Εγγονόπουλου. Τον εμπνέει η σκληρή πραγματικότητα της εκάστοτε ιστορικής συγκυρίας (Μικρασιατική καταστροφή, Β΄ Παγκόσμιος πόλεμος κ.λ.π)
- η μείωση της ποσότητας των ποιημάτων του αισθητοποιείται και μορφολογικά στους στίχους 18-22 με τους μονολεκτικούς σχεδόν στίχους


η στάση του ποιητή
-η ζοφερή πραγματικότητα του εμφύλιου πολέμου επιδρά αρνητικά στην ποιητική δημιουργία
-η άποψη του ποιητή ότι η εποχή αυτή είναι ακατάλληλη για ποίηση θεωρήθηκε πνευματική λιποταξία
-η θέση του ποιητή όμως είναι ρεαλιστική. Τοποθετείται μέσα από τη ποίημα και αιτιολογεί την ποιητική του δυστοκία, γιατί υπάρχουν πιο ζωτικά προβλήματα επιβίωσης, προτρέποντας παράλληλα -έμμεσα τουλάχιστον- να σταματήσει ο αλληλοσπαραγμός
-Ο Εγγονόπουλος εκφράζει μια παραίτηση, μια πίκρα, αδυναμία ανταπόκρισης στο χρέος του ποιητή, λόγω των συνθηκών του εμφυλίου πολέμου. Ο θάνατος λειτουργεί απαγορευτικά ως προς την επιτέλεση του χρέους του ποιητή

(για τη δημιουργία αυτών των σημειώσεων χρησιμοποιήθηκε υλικό από την παρουσίαση της Α.Βακαλούδη που έγινε στα πλαίσια της ημερίδας λογοτεχνίας που πραγματοποιήθηκε στις 16-12-2009 στη Δ.Δ.Ε. Δυτικής Θεσσαλονίκης.Περισσότερα μπορείτε να δείτε εδώ )



ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ Κ.Ε.Ε
1. Ο Ν. Εγγονόπουλος έχει θητεύσει, ως γνωστόν, στον Υπερρεαλισμό. Θεωρείτε ότι αυτή η θητεία βρίσκει έκφραση στο συγκεκριμένο ποίημα; Να απαντήσετε σε αναφορά με το περιεχόμενο και τη μορφή του ποιήματος.
2. Ποια στοιχεία της ποιητικής γραφής υποστηρίζουν το χαμηλόφωνο και εξομολογητικό ύφος του ποιήματος;
3. «Είναι ως αν να γράφονταν.... »: Να αναλύσετε την παρομοίωση και να σχολιάσετε το ρόλο της στη δομή του ποιήματος.
4. Να αναφερθείτε στον στίχο: «(και πότε - άλλωστε - δεν ήσαν;)». Τι νομίζετε ότι υποδηλώνει η τοποθέτησή του μέσα σε παρένθεση;
5.Γιατί η εποχή του εμφύλιου σπαραγμού αναστέλλει την ποιητική δημιουργία;
6. Κι άλλα παρόμοια: Ποιες μπορεί να είναι, κατά τη γνώμη σας, οι συναφείς με την ποίηση ενασχολήσεις;
7. Ποια επίδραση έχει στο έργο του ποιητή η ζοφερή πραγματικότητα του Εμφυλίου; Πώς την κρίνετε;
8. Σε ποια σημεία του ποιήματος εκφράζεται εναργέστερα η θλίψη του ποιητή;

Κυριακή 22 Ιανουαρίου 2012

ΑΣΚΗΣΕΙΣ- ΕΝΟΤΗΤΑ 34η

Cum Africānus in Literno esset, complures praedonum duces forte salutātum ad eum venērunt. Tum Scipio, cum se ipsum captum venisse eos existimasset, praesidium domesticōrum in tecto conlocāvit. Quod ut praedōnes animadvertērunt, abiectis armis ianuae appropinquavērunt et clarā voce Scipiōni nuntiavērunt (incredibile audītu!) virtūtem eius admirātum se venisse. Haec postquam domestici Scipiōni rettulērunt, is fores reserāri eosque intromitti iussit. Praedōnes postes ianuae tamquam sanctum templum venerāti sunt et cupide Scipiōnis dextram osculāti sunt. Cum ante vestibulum dona posuissent, quae homines deis immortalibus consecrāre solent, domum revertērunt.

ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ

1.Να γράψετε τους τύπους που ζητούνται για καθεμιά από τις λέξεις:
praedonum κλητική ενικού
praesidium κλητική ενικού
domesticōrum ονομαστική ενικού
tecto αιτιατική πληθυντικού
voce ονομαστική ενικού
virtūtem αφαιρετική ενικού
fores ονομαστική ενικού
postes γενική πληθυντικού
homines αφαιρετική ενικού
deis κλητική ενικού

2.Να γράψετε τους τύπους που ζητούνται για καθεμιά από τις λέξεις:
esset γ πληθυντικό προστακτικής μέλλοντα
venērunt β πληθυντικό υποτακτικήςμέλλοντα
captum β ενικό οριστικής ενεστώτα παθητικής φωνής
animadvertērunt απαρέμφατο παρακειμένου
nuntiavērunt γ ενικό υποτακτικής ενεστώτα
admirātum απαρέμφατο μέλλοντα
rettulērunt β ενικό οριστικής ενεστώτα παθητικής φωνής
reserāri β ενικό προστακτικής ενεστώτα
intromitti γ πληθυντ. υποτακτ. υπερσυντελίκου
iussit β πληθυντικό οριστικής μέλλοντα
venerāti sunt β ενικό υποτακτικής ενεστώτα
posuissent, μετοχή ενεστώτα
consecrāre δοτική γερουνδίου
solent β πληθυντικό υποτακτικής παρακειμένου
revertērunt αφαιρετική σουπίνου


3.Αναγνώριση των προτάσεων: cum se ipsum captum venisse eos existimasset, /
Quod ut praedōnes animadvertērunt, /
Haec postquam domestici Scipiōni rettulērunt,/
Cum ante vestibulum dona posuissent.

4.Να δηλώσετε το σκοπό με 4-6 άλλους τρόπους:
salutātum/ admirātum/ /captum. (Θα βοηθηθείτε από τη σελίδα 164 του σχολικού βιβλίου)

5.Να αναλυθεί σε πρόταση:
abiectis armis, /
tamquam sanctum templum

6. Στην άλλη φωνή….
Tum Scipio praesidium domesticōrum in tecto conlocāvit., /
is fores reserāri eosque intromitti iussit:

7.Αντικατάσταση Βαθμούς …. σε επίθετα/ επιρρήματα:
complures,/ clarā,/ incredibile, / sanctum, / cupide

8. Από πλάγιο σε ευθύ:
α) cum se ipsum captum venisse eos existimasset.
β) clara voce Scipioni (praedones) nuntiaverunt (incredibile auditu!) virtutem eius admiratum se venisse
γ) is fores reserari eosque intromitti iussit

9.Οι προτάσεις σε μετοχές:
Quod ut animadverterunt →
Haec domestici rettulerunt →
cum dona posuissent →

10. Οι παρακάτω προτάσεις να αντικαταστήσετε το σύνδεσμο εισαγωγής και να κάνετε τις απαραίτητες αλλαγές:
Quod ut praedōnes animadvertērunt, /
Haec postquam domestici Scipiōni rettulērunt,/
Cum ante vestibulum dona posuissent.

πηγή:Νεάρχου παράπλους

γερουνδιακή έλξη

Μια αξιόλογη παρουσίαση από τη συνάδελφο Ελένη Παπαδοπούλου που συγκεντρώνει θεωρία του φαινομένου και μετατροπές σε αντίστοιχα χωρία από τα κείμενα των εξετάσεων

Παρασκευή 20 Ιανουαρίου 2012

CASCADA-EVERY TIME WE TOUCH...

Ακούστε το παρακάτω τραγούδι (θα σας παραθέσω και τους στίχους) και θέλω να κάνουμε κάτι πρωτότυπο.Να το δείτε ως παράλληλο με το ποιήμα της Πολυδούρη και να καταγράψετε τα σημεία όπου κι εδώ ο έρωτας εξιδανικεύεται.Καλή ακρόαση και καλή δουλειά!!! I still hear your voice when you sleep next to me
I still feel your touch in my dreams
Forgive me my weakness, but I don't know why
Without you it's hard to survive

'Cause everytime we touch, I get this feeling
And everytime we kiss, I swear I could fly
Can't you feel my heart beat fast?
I want this to last
I need you by my side

?Cause everytime we touch, I feel the static
And everytime we kiss, I reach for the sky
Can't you hear my heart beat so?
I can't let you go
I want you in my life

Your arms are my castle, your heart is my sky
They wipe away tears that I cry
The good and the bad times, we've been through them all
You make me rise when I fall

'Cause everytime we touch, I get this feeling
And everytime we kiss I swear I could fly
Can't you feel my heart beat fast?
I want this to last
I need you by my side

'Cause everytime we touch, I feel the static
And everytime we kiss, I reach for the sky
Can't you hear my heart beat so?
I can't let you go
I want you in my life

'Cause everytime we touch, I get this feeling
And everytime we kiss, I swear I could fly
Can't you feel my heart beat fast?
I want this to last
I need you by my side

Κυριακή 15 Ιανουαρίου 2012

ΕΠΙΛΟΓΗ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΟΣ

ΑΣΚΗΣΕΙΣ - ΕΝΟΤΗΤΑ 32

32. Pleni omnes sunt libri, plenae sapientium voces, plena exemplorum vetustas; quae iacerent in tenebris omnia, nisi litterarum lumen accederet. Quam multas imagines fortissimorum virorum— non solum ad intuendum, verum etiam ad imitandum—scriptores et Graeci et Latini nobis reliquerunt! Quas ego, cupidus bene gerendi et administrandi rem publicam, semper mihi proponebam. Colendo et cogitando homines excellentes animum et mentem meam conformabam. Sic enim -laudem et honestatem solum expetendo, omnes cruciatus corporis et omnia pericula mortis parvi esse ducendo- me pro salute vestra in tot ac tantas dimicationes obicere potui.

Β. ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ
1. α) Να γράψετε τους τύπους που ζητούνται για καθεμιά από τις παρακάτω λέξεις :
libri κλητική ενικού
sapientium αφαιρετική ενικού
voces κλητική ενικού
exemplorum ονομαστική πληθυντικού
vetustas δοτική ενικού
tenebris ονομαστική πληθυντικού
lumen ονομαστική πληθυντικού
multas imagines κλητική ενικού
fortissimorum virorum αιτιατική ενικού
scriptores κλητική ενικού
rem publicam γενική ενικού
homines ονομαστική ενικού
mentem meam γενική πληθυντικού
laudem κλητική ενικού
omnes cruciatus γενική ενικού
corporis ονομαστική πληθυντικού
omnia pericula αιτιατική ενικού
mortis ονομαστική ενικού
salute vestra δοτική ενικού
tantas dimicationes δοτική ενικού

2. α) Να γράψετε τους τύπους που ζητούνται για καθέναν από τους παρακάτω τύπους :
iacerent α πληθυντικό υποτακτικής υπερσυντελίκου
accederet β ενικό υποτακτικής ενεστώτα
intuendum αρχικούς χρόνους
imitandum β ενικό προστακτικής ενεστώτα
reliquerunt β ενικό προστακτικής ενεστώτα
gerendi γ πληθυντικό υποτακτκής μέλλοντα
proponebam γ ενικό υποτακτικής παρακειμένου
Colendo απαρέμφατο παρακειμένου
cogitando β πληθυντικό προστακτικής μέλλοντα
expetendo γ ενικό υποτακτικής υπερσυντελίκου
ducendo β ενικό προστακτικής ενεστώτα
obicere β ενικό οριστικής ενεστώτα
potui β ενικό υποτακτικής ενεστώτα και παρατατικού

3. Αναγνώριση του υποθετικού λόγου και μετατροπή στα άλλα είδη:
quae iacerent in tenebris omnia, nisi litterarum lumen accederet.

4α. Να γράψετε τους αντίστοιχους τύπους στους άλλους βαθμούς:
Pleni, plenae, plena, multas, fortissimorum, cupidus, excellentes, parvi.
4β. Να κλιθούν :
quae : ενικό πληθυντικό ίδιο γένος-
nobis: ενικό πληθυντικό ίδιο πρόσωπο
meam: ενικό πληθυντικό ίδιο γένος

5α. Στην άλλη φωνή: Quam multas imagines fortissimorum virorum scriptores et Graeci et Latini nobis reliquerunt! /
Colendo et cogitando homines excellentes animum et mentem meam conformabam. /
Quas ego, cupidus bene gerendi et administrandi rem publicam, semper mihi proponebam.

5β : Να γίνουν μετοχικές: Quas ego semper mihi proponebam, /
laudem et honestatem solum expetendo, /
omnes cruciatus corporis et omnia pericula mortis parvi esse ducendo

6. Να δηλωθεί ο σκοπός με 6 τρόπους:
ad intuendum, / ad imitandum imagines

7. Συντακτική αναγνώριση:
plenae, sapientium, exemplorum, litterarum, imagines, administrandi,
mihi, homines, expetendo, cruciatus, corporis, mortis, parvi, me, obicere, pro salute .

8. Γερουνδιακή έλξη: Colendo et cogitando homines excellentes / laudem et honestatem expetendo

9α. Σε πλάγιο λόγο με εξάρτηση: Archia dixit: Quas... proponebam

9β. Σε πλάγιο λόγο με εξάρτηση: Caesar dixit: Pleni omnes sunt libri, plenae sapientium voces, plena exemplorum vetustas; quae iacerent in tenebris omnia,/
Quam multas imagines fortissimorum virorum scriptores et Graeci et Latini nobis reliquerunt! / Colendo et cogitando homines excellentes animum et mentem meam conformabam. /
Sic enim me pro salute vestra in tot ac tantas dimicationes obicere potui.

10. Από πλάγιο σε ευθύ : omnes cruciatus corporis et omnia pericula mortis parvi esse ducendo

πηγή:Νεάρχου παράπλους

Τρίτη 10 Ιανουαρίου 2012

ΜΑΡΙΑ ΠΟΛΥΔΟΥΡΗ "Μόνο γιατί μ' αγάπησες"

Μακριά από τη σκιά του Καρυωτάκη

Μια έκδοση που αναδεικνύει την ξεχωριστή δυναμική και τον ιδιαίτερο χαρακτήρα της ποίησης της Μαρίας Πολυδούρη

ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: ΜΙΣΕΛ ΦΑΪΣ - ΒΑΓΓΕΛΗΣ ΧΑΤΖΗΒΑΣΙΛΕΙΟΥ

ΜΑΡΙΑ ΠΟΛΥΔΟΥΡΗ
Μόνο γιατί μ' αγάπησες
ΕΙΣΑΓΩΓΗ-ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΝΤΟΥΝΙΑ
«ΜΕΤΑΙΧΜΙΟ»

Σκιασμένη από την εκρηκτική ποιητική προσωπικότητα του Κώστα Καρυωτάκη και δέσμια του ρομαντικού πέπλου με τον οποίο τυλίχτηκε επί πολλές δεκαετίες η ερωτική τους σχέση, η Μαρία Πολυδούρη δεν μπόρεσε ποτέ στην πραγματικότητα να ξεφύγει από την καταλυτική παρουσία του αγαπημένου της συντρόφου. Είτε ως ευνόητα υπερτονισμένο στοιχείο τής ούτως ή άλλως μυθολογημένης βιογραφίας του είτε ως απλό παρακολούθημα της ποίησής του, η Πολυδούρη πορεύτηκε πάντοτε στη γραμμή του Καρυωτάκη και στην ποικιλοτρόπως ιστορημένη παθολογία της: τίποτε λιγότερο, αλλά και τίποτε περισσότερο από αυτό. Και η κριτική, ωστόσο, από τη μεριά της σπανίως θέλησε να συγκατανεύσει ανεπιφύλακτα στα γραπτά της. Μολονότι ουδέποτε αρνήθηκε μίαν ορισμένη αξία, όπως και μια κάποια θερμότητα στα ποιήματά της και παρ' όλο επίσης το γεγονός πως δεν δίστασε να διακρίνει ενάργεια, αλλά και ζωτικότητα στα αισθήματά της, δεν κατάφερε παρά μόνον ελάχιστα να βάλει νερό στο κρασί της ως προς τις δύο βασικές μομφές οι οποίες μέχρι και σήμερα συνοδεύουν την υποδοχή τού ούτως ή άλλως ιδιότυπου έργου της. Κι αν η μια μομφή ελέγχει το έργο αυτό για την εξωτερικότητα της έκφρασής του, η άλλη το ψέγει για τους υψηλούς τόνους της φωνής του. Ο Τέλλος Αγρας καταλογίζει στην Πολυδούρη «βαριά κλάψα», ο Αλκης Θρύλος κάνει λόγο για «λυρικές κραυγές», ο Κλέων Παράσχος γράφει πως δεν είναι όλα «τα τραγούδια της ειλικρινή και αυθόρμητα», ο Κώστας Στεργιόπουλος φοβάται το μελοδραματισμό και, όπως ο Αγρας, μιλάει για την «κλαψούρα» της, ο Μάριο Βίττι αναφέρεται, μετριοπαθέστερα, στην «κυριαρχία των αισθημάτων» στο στίχο της, ενώ ο Αλέξ. Αργυρίου βρίσκει στα ποιητικά της κομμάτια μόνο κάποια «συμπαθητικά» σπαράγματα.

Ενα καινούργιο ποιητικό πρόσωπο

Πόσο επιβεβαιώνονται, άραγε, αυτές οι εικόνες από το ποιητικό πρόσωπο που φιλοτεχνεί για την Πολυδούρη η Χριστίνα Ντουνιά στο Ημερολόγιο 2005 των εκδόσεων «Μεταίχμιο»; Κατ' αρχάς, η δουλειά τής Ντουνιά έρχεται σε μιαν εποχή κατά τη διάρκεια της οποίας έχει πάψει η οποιαδήποτε αναφορά στην ποιήτρια. Είμαστε σίγουρα πολύ μακριά από τα Απαντά της, που επιμελήθηκαν πρώτα η Λιλή Ζωγράφου, το 1961, και κατόπιν ο Τάκης Μενδράκος, το 1982, ενώ καμία συστηματική κριτική έρευνα δεν έχει εμφανιστεί τα τελευταία χρόνια (όπως και παλαιότερα, άλλωστε) γύρω από τη δουλειά της. Η Ντουνιά έχει στήσει μιαν εξαιρετικά προσεγμένη έκδοση στο ημερολόγιο του «Μεταίχμιου» και έχει καταφέρει να αναδείξει κατά τον καλύτερο και το διαφωτιστικότερο τρόπο τα κείμενα που συναποτελούν το υλικό του. Οι πηγές της είναι οι δύο ποιητικές συλλογές τής Πολυδούρη «Οι τρίλλιες που σβήνουν» και «Ηχώ στο χάος», που κυκλοφόρησαν το 1928 και το 1929, αντιστοίχως, ο λιγοστός κριτικός σχολιασμός τους, ανάμεικτος με ανεκδοτολογικά κείμενα και προσωπικές μαρτυρίες, η αλληλογραφία της με τον Καρυωτάκη (μαζί με το πολυδιαβασμένο και πολυσυζητημένο ημερολόγιό της) και, τέλος, τα ποιήματα τα οποία δημοσίευσε η ίδια στα περιοδικά «Ελληνική Επιθεώρησις», «Ελληνίς», «Η Πνοή» και «Ρυθμός». Τι ακριβώς, άραγε, προκύπτει από όλα αυτά και ποια νέα δεδομένα μπορεί να σχηματιστούν από τη σύνθεσή τους (αν μπορούν εντέλει να σχηματιστούν τέτοια δεδομένα) για τον εσωτερικό ρυθμό, την τεχνική ποιότητα, αλλά και τη βαθύτερη σημασία τού λόγου τής Πολυδούρη;

Νομίζω πως το πρώτο που μπορούμε να πούμε με βεβαιότητα είναι πως η Πολυδούρη εμφανίζεται με τον ανά χείρας τόμο πλήρως απογαλακτισμένη από τη βαριά κληρονομιά του Καρυωτάκη, τόσο στο βιογραφικό όσο και στο καλλιτεχνικό επίπεδο. Στο βιογραφικό επίπεδο, επειδή τα τεκμήρια και οι μαρτυρίες που παραθέτει η Ντουνιά δείχνουν όχι μιαν υποταγμένη στον εραστή της και άβουλη ή ευάλωτη γυναίκα, αλλά, αντιθέτως, μίαν έντονη και πολύ ισχυρή προσωπικότητα, έτοιμη να προσηλωθεί αταλάντευτα στο ιδανικό της ελεύθερης ατομικής ζωής -μιας ζωής, παρεμπιπτόντως, μέσα στην οποία μπόρεσαν να χωρέσουν πολλοί αρσενικοί θαυμαστές, που καθώς φαίνεται λάτρεψαν κυριολεκτικά την Πολυδούρη. Στο καλλιτεχνικό επίπεδο, επειδή διαβάζοντας κανείς τα ποιήματά της χωρίς τη χρόνια προκατάληψη του ποιητικού υποπροϊόντος ή παραπροϊόντος του Καρυωτάκη, μπορεί εύκολα να τα διακρίνει μέσα στην αυτοτέλεια και την αυτοδυναμία τους, καθώς και να τα εξηγήσει αποκλειστικά με τους δικούς τους όρους.

Ο έρωτας και ο θάνατος

Το αδιαχώριστο σύμπλεγμα του έρωτα και του θανάτου, η απόλυτη έλλειψη ανοχής για την περιβάλλουσα πραγματικότητα, η δυσφορία για το ίδιο το γεγονός της ανθρώπινης ύπαρξης, η καταστατική μελαγχολία, η απόγνωση και η απελπισία ως τρόπος ζωής, οι αυτοκτονικές τάσεις, η μονίμως δηλητηριασμένη και σταθερά σκοτεινή ατμόσφαιρα, όπως και η διάθεση για μια γενναία αίφνης παραίτηση από τους πάντες και τα πάντα διατρέχουν απ' άκρου εις άκρον τα ποιήματα της Πολυδούρη και προφανώς δύσκολα θα μπορούσε ο οποιοσδήποτε να υποστηρίξει πως ένας τόσο ζοφερός και τόσο ηττημένος κόσμος μοιάζει ξένος προς τον κόσμο του Καρυωτάκη. Λίγο, ωστόσο, προσεκτικότερα αν τη διαβάσουμε, θα δούμε πως το κλίμα αυτό είναι περισσότερο κλίμα του ελληνικού ποιητικού μεσοπολέμου και λιγότερο ατόφιος Καρυωτάκης. Και ελάχιστα, επιπροσθέτως, καλύτερα αν κοιτάξουμε τη γλώσσα και την εκφραστική φτιαξιά της, θα διαπιστώσουμε πως δεν έχει πάρει και δεν έχει κρατήσει τίποτε από το ιοβόλο καρυωτακικό πνεύμα. Και εδώ δεν θα πρέπει να αδικήσουμε ούτε την παλαιότερη, αλλά ούτε και τη νεότερη κριτική: η αδυναμία τής Πολυδούρη είναι ακριβώς η γλωσσική και υφολογική της ανεξαρτησία από τον Καρυωτάκη, που συνεπιφέρει και τη μάλλον εύκολη άνευ όρων παράδοσή της στις επιταγές του παραφουσκωμένου αισθήματος. Αυτό ακριβώς, όμως, το υπέρβαρο αισθηματικό έρμα είναι που αποκτά κάποιες ώρες στο στίχο της εκρηκτικές διαστάσεις και μας συνταράσσει με έναν τρόπο ο οποίος δείχνει γιατί έχει εν τέλει κερδηθεί το στοίχημα και γιατί στο λυπητερό (και κάθε άλλο παρά ρηχό ή προσχηματικό) τραγούδι της μπορεί άνετα να στήσει το αυτί της η εποχή μας.
ΒΑΓΓΕΛΗΣ ΧΑΤΖΗΒΑΣΙΛΕΙΟΥ

ΠΗΓΗ:www.enet.gr

Τρίτη 3 Ιανουαρίου 2012

ΓΙΑ ΟΣΟΥΣ ΝΙΩΘΟΥΝ ΑΚΟΜΗ ΠΑΙΔΙΑ...

Επειδή τέτοιες μέρες οι επικήδειοι "χαλούν" την ατμόσφαιρα της γιορτής προτίμησα το παραμύθι γραμμένο από τον Αργύρη Χιόνη που μας άφησε πριν λίγες μέρες ως φόρο τιμής...

Μια φορά κι έναν καιρό λοιπόν ....στη μέση ενός χωματόδρομου, τότε πού υπήρχανε ακόμα χωματόδρομοι, ζούσε μια πέτρα.Μάνα, πατέρα δεν γνώρισε κι ούτε ήξερε πότε γεννήθηκε. Οι πέτρες, όπως ξέρετε, ζούνε τόσα πολλά χρόνια, που ξεχνούν την ηλικία τους. Πολλές απ' αυτές μάλιστα είναι τόσο αρχαίες όσο κι η πέτρινη εποχή, αν έχετε ακουστά.Μια πέτρα όμως, ακόμα κι αν είναι τόσο αρχαία, μπορεί να είναι ασήμαντη.
Ή, για να το πω καλύτερα, όλες οι πέτρες είναι ασήμαντες, εκτός από εκείνες που γινήκανε αγάλματα ή ναοί ή άπο εκείνες που τις λεν λίθους, πολύτιμους και που τις κρύβουν μέσα σε κουτιά από σίδερο.
H δική μας πέτρα ήταν εντελώς ασήμαντη-δεν άξιζε ούτε για να την κλοτσήσει κανείς.
Μικρή κι ασουλούπωτη, δεν ήταν ούτε στρογγυλή ούτε τετράγωνη ούτε μακρόστενη. Το χρώμα της, ξέθωρο γκρίζο, την έκανε ακόμα πιο ασήμαντη, γιατί κι ο δρόμος είχε το ίδιο χρώμα και με δυσκολία την ξεχώριζες.
Η ασημαντότητα της αυτή είχε βέβαια και τα καλά της. Ένα απ' αυτά το 'παμε κιόλας: κανείς δεν σκέφτηκε ποτέ να την κλοτσήσει. Εν' άλλο ήταν ότι κανείς ποτέ δεν σκέφτηκε με τη βαριά του να την κομματιάσει ή να τη μεταφέρει έξω απ' το δρόμο, γιατί, έτσι μικρή που ήτανε, τόπο δεν έπιανε κι ο δρόμος έμενε ελεύθερος. Ζούσε, λοιπόν, ειρηνικά την πέτρινη ζωή της, που ήταν βέβαια λίγο μονότονη, αλλά αυτό κα θόλου δεν την ενοχλούσε, γιατί, αφού δεν ήξερε τί δεν είναι μονοτονία, δεν ήξερε ούτε τί είναι.
Μια μέρα όμως έμαθε. Εκείνη τη σημαδιακή, για τη ζωή της πέτρας, μέρα, εν' αγόρι, που ήθελε να σκοτώσει ένα σπουργίτι ή να σπάσει κάποιο γλόμπο και δεν έβρισκε άλλη πέτρα, πιο κατάλληλη,τη μάζεψε απ' το δρόμο, την έβαλε στη σφεντόνα του και την τίναξε στον αέρα, ψηλά και μακριά. Ευτυχώς, επειδή ήταν ατζαμής, δεν πέτυχε τον στόχο του.....πέτυχε όμως, δίχως να το ξέρει, ν' αλλάξει τη ζωή της πέτρας.
Δίχως να το ξέρει..της έδειξε πως δεν ήταν πλασμένη μόνο για να σέρνεται στον δρόμο, μα πώς μπορούσε και να πετάξει, κι ακόμη πώς ο δρόμος δεν ήτανε ο κόσμος όλος αλλά μονάχα ένα μέρος του, και μάλιστα όχι το πιο ωραίο,γιατί η πέτρα, όταν τέλειωσε το πέταγμα της, βρέθηκε μέσα σ' έναν κήπο.
Ο κήπος αυτός, τώρα, αν και δεν ήτανε καθόλου μαγεμένος, όπως συμβαίνει συνήθως με τους κήπους των παραμυθιών, ήταν χαρά των ματιών να τον βλέπεις. Και τί δεν ήταν φυτεμένο εκεί! Κρεμμύδια και ντομάτες και φασολάκια πράσινα κι αγγούρια, αλλά και λουλούδια, πολλά λουλούδια και διάφορα, γαρίφαλα και τριαντάφυλλα (τριαντάφυλλα και εκατόφυλλα) και κρίνα και βιολέτες και ντάλιες και γεράνια, πολλά γεράνια. Άσε πια τα μυριστικά, βασιλικούς και δυόσμους κι αρμπαρόριζες και δεντρολιβανιές και μαντζουράνες. Μ' άλλα λόγια, ό κήπος ήταν κήπος κι όχι ποδοσφαιρικό γήπεδο, όπως εκείνοι οι κήποι με το κουρεμένο σύρριζα γρασίδι.
Φανταστείτε τώρα το ξάφνιασμα της πετρούλας,πρώτα απ' το ταξίδι της στον αέρα κι ύστερα απ' τον καινούργιο αυτόν κόσμο, πού τόσο ξαφνικά ανακάλυψε.Όσο για το πέσιμο της, αυτό δεν είχε διόλου άσχημες συνέπειες,γιατί,όπως οι πέτρες δεν έχουν ούτε χέρια ούτε πόδια ούτε κεφάλι, δεν κινδυνεύουνε να σπάσουν τίποτε πέφτοντας στο χώμα, όταν μάλιστα αυτό είναι το αφράτο χώμα ενός κήπου.
Το μεγάλο ξάφνιασμα της κράτησε βέβαια πολύ λίγο, όσο βρισκότανε ακόμη στον αέρα, πάνω απ' τον κήπο, γιατί μόνο από κει μπόρεσε να δει όλο το θαύμα πού απλωνόταν από κάτω της. Απ' τη στιγμή πού βρέθηκε στο χώμα και μετά, μπορούσε να βλέπει μόνο ό,τι βρισκότανε πολύ κοντά της, δηλαδή μια ντοματιά, μια γαριφαλιά και δυο ρίζες βασιλικό. Σιγά σιγά όμως γνώρισε κι άλλα πράματα, σπουδαία, πού ποτέ πριν δεν είχε φανταστεί την ύπαρξη τους. Γνώρισε τις μέλισσες και το ατέλειωτο παιχνίδι τους μέ τον ήλιο και τα λουλούδια, τα μακριά κοκκινοσκούληκα, πού βγάζαν πότε πότε το κεφάλι έξω απ' τις τρύπες τους για να δουν πώς παν τα πράγματα στο φώς, τα μερμήγκια, πού σκαρφάλωναν πάνω της αγκομαχώντας, κουβαλώντας τεράστια ψίχουλα, κάτι περίεργα μυγιάγγιχτα ζουζούνια, πού, στο παραμικρό άγγιγμα, μαζεύονταν και γίνονταν μικρά σκληρά μπαλάκια ...;
Η πετρούλα πέρασ' εκεί μιαν άνοιξη κι ένα καλοκαίρι, και στις αρχές του φθινοπώρου, με τα πρωτοβρόχια, ανακάλυψε με χαρμόσυνη ανατριχίλα, πού έφτανε ως τα βάθη της πέτρινης καρδίας της, ότι είχε αρχίσει ν' αλλάζει χρώμα και, από γκρίζα κι αναιμική πού ήτανε, ν' αποκτά μια πρασινωπή, όλο υγεία όψη.
Η χαρά της όμως αυτή δεν κράτησε πολύ.Ένα φθινοπωριάτικο απογευματάκι...από κείνα πού ή γλύκα τους μεθάει τα χρυσάνθεμα και τα κάνει να θέλουν ν' αποχωριστούν τις ρίζες τους και να πετάξουνε στον ουρανό σαν χρυσορρόδινα συννεφάκια, ένα τέτοιο λοιπόν απογευματάκι, ενώ ήταν απορροφημένη απ' τον αγώνα ενός μερμηγκιού πού προσπαθούσε να σηκώσει ένα σποράκι,ένιωσε μια δύναμη να τη σηκώνει σαν πούπουλο στον αέρα. ..Πριν καταλάβει καλά καλά τί της γινότανε, πριν ακούσει καν τον κηπουρό να μουρμουρίζει «μπα, μια πέτρα!)), βρέθηκε να κάνει τη δεύτερη πτήση στη ζωή της και, περνώντας πάνω απ' τη μάντρα του κήπου,να προσγειώνεται στο σκληρό γκρίζο δρόμο, απ' τον όποιο νόμιζε πώς είχε φύγει πια για πάντα....
Καταλαβαίνετε τώρα την απελπισία της μετά από τόση ομορφιά πού είχε ζήσει, να ξαναβρεθεί στη μέση της ίδιας της παλιάς, μονότονης ασκήμιας ...; Στην αρχή ήθελε να πεθάνει και προσευχόταν να περάσει από πάνω της ό τροχός κανενός οδοστρωτήρα και να την κάνει σκόνη. Αργότερα, όταν της πέρασε ή πρώτη, μεγάλη πίκρα, άρχισε να ονειρεύεται ότι θα ξαναπερνούσε από κει ό μικρός πρίγκιπας, ο πιτσιρίκος με τη σφεντόνα, κι ότι θα την ξαναπέταγε μες στον παράδεισο της. Τα χρόνια όμως περνούσαν κι ό μικρός πρίγκιπας, πού στο μεταξύ έγινε ένας μεγάλος μπακάλης, ποτέ δεν ξαναπέρασε από κει.
Η πέτρα, βέβαια, πού δεν ξέρει (κι ούτε θέλει να μάθει) από χρόνια, ηλικίες κι άλλα τέτοια,ποτέ δεν έπαψε, κι ούτε θα πάψει, να ονειρεύεται τον κήπο της, ακόμη και τώρα πού βρίσκεται θαμμένη κάτω από ένα παχύ στρώμα ασφάλτου ...κι ο παράδεισος της δόθηκε αντιπαροχή για πολυκατοικία.

Επιμύθιο I: Καλύτερα ν' αποχτήσεις κάτι κι ας το χάσεις, παρά να μην αποχτήσεις ποτέ τίποτε.
Επιμύθιο II: Πατάτε με σεβασμό την άσφαλτο. Από κάτω της υπάρχουν πέτρες πού ονειρεύονται κήπους.

Αργύρης Χιόνης..
πηγή:http://naiada.pblogs.gr