Παρασκευή 30 Αυγούστου 2013

ΚΙΚΗ ΔΗΜΟΥΛΑ "Σημείο αναγνωρίσεως"


-Ανήκει στη συλλογή «Το λίγο του κόσμου » που δημοσιεύτηκε το 1971 και τιμήθηκε με το β’ κρατικό βραβείο ποίησης

-το ποίημα αποτελεί μια απόπειρα να καταδειχθεί πώς ένα έργο τέχνης «προσλαμβάνεται» από το κοινό. Πέρα όμως από τον αντικειμενικό συμβολισμό του έργου, σ’ ένα συνυποδηλωτικό επίπεδο η ερμηνεία του εναπόκειται στα βιώματα και τις σκέψεις του αποδέκτη. Έτσι για τη Δημουλά το ποίημα αποτελεί ένα σχόλιο για την κοινωνική θέση της γυναίκας ανά τους αιώνες, γίνεται το σύμβολο της γυναικείας καταπίεσης.

Ο τίτλος

Ο τίτλος του ποιήματος είναι ασαφής και …ομιχλώδης χωρίς την επεξηγηματική φράση που ακολουθεί (άγαλμα γυναίκας με δεμένα χέρια). Μόνο έτσι  είμαστε σε θέση να εντοπίσουμε και την αφετηρία της ποιητικής έμπνευσης. Πρόκειται για το άγαλμα του γλύπτη Κ. Σεφερλή, που βρίσκεται στην πλατεία Τοσίτσα στην Αθήνα και απεικονίζει τη Β. Ήπειρο ως γυναίκα αλυσοδεμένη, παραπέμποντας στα μαρτύρια που έχουν υποστεί οι κάτοικοί της. Για την ποιήτρια όμως αποτελεί μόνο το εξωτερικό ερέθισμα στο οποίο, προσπερνώντας τον ιστορικό-εθνικό-πατριωτικό του συμβολισμό, δίνει κοινωνικές προεκτάσεις, που εκφράζουν την κυρίαρχη ιδεολογία αναφορικά με τη θέση της γυναίκας. Έτσι τα δεμένα χέρια είναι το σημείο αναγνωρίσεως της γυναικείας αιχμαλωσίας.

 


α΄στροφική ενότητα—αναίρεση του συμβολισμού του γλύπτη

Με μια έντονη αντίθεση (όλοι-εγώ) η ποιήτρια διαφοροποιείται και από την κοινή αντίληψη και από το δημιουργό του γλυπτού, μετατοπίζοντας το συμβολισμό του αγάλματος από το εθνικό δίδαγμα στη διαχρονικά υπόδουλη γυναίκα. Η παράσταση της γυναίκας με τα δεμένα χέρια προσλαμβάνεται από την ποιήτρια όχι έτσι όπως έχει αρχικά οριστεί από το γλύπτη, δηλαδή ως ιστορική και εθνική αλληγορία, αλλά ως σύμβολο καταπίεσης.
Το επίρρημα κατευθείαν δείχνει την κατηγορηματική και άμεση πρόσληψη του μηνύματος τόσο για τους άλλους όσο και για την ποιήτρια.

Το χιαστό σχήμα των πρώτων δύο στίχων δείχνει την ηθελημένη σύγχυση ανάμεσα στο άγαλμα και τη γυναίκα  και τη διαφορετική πρόσληψη του έργου από τους… πολλούς αποδέκτες και την ποιήτρια.

β’ στροφική ενότητα—η πρώτη εντύπωση και ο πραγματικός συμβολισμός του αγάλματος

στ.3—προβάλλεται ο διακοσμητικός ρόλος του αγάλματος άρα και η αισθητική απόλαυση που προκαλεί ένα έργο τέχνης

στ.4-13—με άξονα το χώρο (από μακριά, από κοντά) παρουσιάζεται αρχικά η πρώτη λανθασμένη εντύπωση που αποκομίζει η ποιήτρια λόγω απόστασης από το άγαλμα και κατόπιν η κοντινή παρατήρηση που απομακρύνει κάθε ψευδαίσθηση και αποκαθιστά την αλήθεια.

 Η «από μακριά» παρατήρηση είναι απατηλή: μια γυναίκα που μόλις ξύπνησε και ανακάθεται ελαφρά στο κρεβάτι της για να θυμηθεί το ωραίο όνειρο που είδε και που θα ήθελε να είναι πραγματικότητα, να το ζήσει. Έ νας αντιποιητικός στίχος (5) σε συνδυασμό με την ποιητική προσέγγιση του ονείρου(στ.6) και την ψευδαίσθηση της κίνησης δημιουργούν μια ονειροπόλα και νοσταλγική ατμόσφαιρα

Η «από κοντά» όμως παρατήρηση μας επαναφέρει στην πραγματικότητα: η γυναίκα έχει τα χέρια της δεμένα πισθάγκωνα και η στάση της αποτυπώνει την αγωνία και την ανάγκη της να λυτρωθεί από τα δεσμά της. Το μαρμάρινο σκοινί δείχνει το υλικό κατασκευής του αγάλματος αλλά κυρίως τη σκληρότητα και τη μονιμότητα, την παγιωμένη κατάσταση που εκφράζει αυτό το δέσιμο

«’Ετσι σε παραγγείλανε στο γλύπτη: αιχμάλωτη» η φράση αποτελεί κραυγή διαμαρτυρίας για τη θέση που όρισε η κοινωνία στη γυναίκα. Ο γλύπτης, όργανο κι αυτός του κοινωνικού κατεστημένου, παρουσίασε τη γυναίκα υποταγμένη, φτιαγμένη σύμφωνα  με τα μέτρα και τις επιθυμίες της ανδροκρατούμενης κοινωνίας.

Με δυο έξοχα λυρικές εικόνες (βροχή, μαργαρίτα),μια μεταφορά(να ζυγίσεις μια βροχή) και ένα σχήμα εξ αναλόγου(στ.18) η Δημουλά αποτυπώνει την αδυναμία της γυναίκας να απολαύσει τις απλές, καθημερινές χαρές της ζωής.

 
γ’ στροφική ενότητα—η μονιμότητα των δεσμεύσεων σε βάρος της γυναίκας και η αδυναμία ανατροπής τους

στ.20—ο Άργος, ο άγρυπνος φύλακας και υπεύθυνος για την τήρηση αυτών των δεσμεύσεων, το  μάρμαρο μόνο δεν είναι που εγκλωβίζει την κίνηση και περιορίζει την ελευθερία των γυναικών. Δεσμά λοιπόν της γυναικείας καταπίεσης δεν είναι μόνο οι εξωτερικοί καταναγκασμοί και οι νόμοι, είναι κυρίως η νοοτροπία της κοινωνίας κι αυτή είναι τελικά που πρέπει να αλλάξει.

στ.21-30—δυο υποθέσεις εκφράζουν τη ματαιότητα των αγώνων των γυναικών, ακριβώς λόγω της αδυναμίας τους να πραγματοποιηθούν. Ακόμα κι αν τα μάρμαρα και τα αγάλματα διεκδικούσαν ελευθερία και ισότητα,  η γυναίκα θα παρέμενε και πάλι αιχμάλωτη και επομένως τα αίτια της χειραγώγησης των γυναικών θα πρέπει να αναζητηθούν κάπου βαθύτερα.

Η αναφορά στους δούλους, τους νεκρούς, και το αίσθημα, τρεις έννοιες τελείως παράταιρες μεταξύ τους, γίνεται γιατί η έννοια «δούλος» μας παραπέμπει απευθείας στην αιχμαλωσία, οι νεκροί είναι αυτοί που διεκδικούν τη μνήμη στη θύμηση των ζωντανών και τα αισθήματά μας που συνεχώς αναζητούν διέξοδο  για να εκφραστούν. Όπως ίσως οι αγώνες όλων αυτών είναι μάταιοι, έτσι και οι αγώνες των γυναικών είναι καταδικασμένοι σε αποτυχία, όσο τα δικαιώματα είναι μόνο θεωρητικά ενώ οι κοινωνικές συμβάσεις θέτουν φραγμούς σε όλα τα επίπεδα


δ’ στροφική ενότητα—η αιτιολόγηση της γυναικείας καταπίεσης

στ.31-32 –με μια μικρή τροποποίηση του στ.2 επαναλαμβάνονται οι στίχοι 1,2. Η ποιήτρια αιτιολογεί αρνητικά και καταφατικά, γιατί αναγνωρίζει στο άγαλμα μια γυναίκα αμέσως μόλις το δει.

Η γυναικεία καταπίεση δεν είναι σύμφυτη με το φύλο της,  (οι ευρηματικές κι απροσδόκητες λεκτικές συζεύξεις στ.36,37 εκφράζουν με την υπογράμμιση της ακινησίας την πικρή ειρωνεία για τη δήθεν αναγνώριση της γυναικείας συμβολής στη δημιουργία) αλλά αποτέλεσμα των κοινωνικών συνθηκών. Τα εξωτερικά γνωρίσματα του γυναικείου κορμιού δεν είναι αυτά που καθιστούν το άγαλμα αναγνωρίσιμο ως γυναίκα αλλά τα δεμένα χέρια είναι το σημείο αναγνωρίσεως.

ε’ στροφική ενότητα—η αιχμαλωσία είναι το αναγνωριστικό στοιχείο της γυναίκας

Η ποιήτρια εκφράζει με τρόπο αξιωματικό την πεποίθησή της, ταυτίζοντας την γυναίκα με μια αιχμάλωτη, και ταυτόχρονα διατυπώνει διακριτικά τη αντίθεση και ίσως τη διαμαρτυρία της γι’ αυτή την κατάσταση
 

ΝΑ ΤΙ ΔΗΛΩΣΕ Η ΙΔΙΑ ΣΕ ΜΙΑ ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ!!! (Ελευθεροτυπία 10/3/07)

…….." Την αναζήτησα στο τηλέφωνο και τη ρώτησα αν βλέπει τη γυναίκα έτσι «αιχμάλωτη» ακόμα, τόσα χρόνια μετά. «Και βέβαια», μου λέει, «γιατί η αιχμαλωσία της έχει σχέση με την ίδια τη φύση της: ό,τι κι αν κάνει η γυναίκα, αιχμάλωτη θα είναι, αφού γεννάει παιδιά. Λάθος απέδωσαν ορισμένοι -ένας πολιτικός χώρος το έκανε "σημαία", μου είπαν- προθέσεις ...ξεσηκωμού των γυναικών προς την ελευθερία σ' αυτό το ποίημα. Το ξέρετε ότι δεν είμαι φεμινίστρια και δεν μπορώ να καταλάβω τι θέλανε ν' αλλάξουνε οι φεμινίστριες. Να γίνουμε ανεξάρτητες; Μπορούμε, το δικαιούμαστε, όταν έχουμε παιδιά;»
Για την Κική Δημουλά δεν υπάρχει γυναίκα που επιλέγει να μην κάνει παιδιά. «Καμία δεν το προτιμά αυτό, είναι αίτημα της φύσης, στο οποίο δεν μπορεί ν' αντισταθεί, η εκπλήρωση της γονιμότητας. Γρήγορα ή αργά, θα το επιδιώξει... Επομένως, προς τι η αντιπαράθεση με τον άνδρα; Ούτε το αίτημα της ισότητας μπορώ να καταλάβω -είναι δυνατή η ισότητα, υπάρχει στο σύμπαν τίποτα ίσο με το άλλο, δυο λουλούδια έστω; Είμαστε τόσο μπερδεμένοι πάνω σ' αυτό, ενώ είναι τόσο απλό. Πλαστήκαμε δύο διαφορετικά φύλα, ο άνδρας κατά τι ισχυρότερος από τη γυναίκα σωματικά και λιγότερο ευαίσθητος γενικά και η γυναίκα κατά τι πιο ευαίσθητη και ικανή να γεννήσει και να μεγαλώσει παιδιά.

Χωρίς τον άνδρα -συνεχίζει- αμυνόμενο ανέκαθεν για να μην του επιβληθεί το γυναικείο φύλο, δεν γεννάει παιδιά... Ενώ από το άλλο μέρος, οι "επαναστάσεις" της δεν φαίνεται να τη βοήθησαν. Αντιθέτως, νομίζω, τη ζημίωσαν, φορτώνοντάς τη με πολλές ευθύνες -εργασία, οικογένεια- στις οποίες είναι δύσκολο έως αδύνατο ν' ανταποκριθεί. Και την παρέσυραν στην εύκολη διάλυση του γάμου· παραβλέποντας ότι όσοι γάμοι διατηρήθηκαν είναι μια σύμβαση, αναγκαία όμως, εκτός ακραίων περιπτώσεων, γιατί προσφέρει κάποιο στήριγμα. Με συνέπεια να βιώνει σήμερα η γυναίκα μια πολύ μεγάλη μοναξιά».

 


 
ΓΕΝΙΚΗ ΑΠΟΤΙΜΗΣΗ

-το άγαλμα παρουσιάζεται μέσα από 4 οπτικές πρόσληψης: του γλύπτη, των περαστικών, του ποιητικού υποκειμένου από μακριά και από κοντά.

-αρκετά σύμβολα υπάρχουν στο ποίημα

ΑΓΑΛΜΑ=γυναίκα

ΔΕΜΕΝΑ ΧΕΡΙΑ=καταπίεση

ΓΛΥΠΤΗΣ=φορέας κοινωνικών στερεοτύπων

ΑΡΓΟΣ=επίσημη περιφρούρηση της γυναικείας καταπίεσης

ΒΡΟΧΗ, ΜΑΡΓΑΡΙΤΑ=απολαύσεις της καθημερινότητας

ΓΟΦΟΙ, ΣΟΔΕΙΑ=τεκνοποιία

-πλούσια εκφραστικά μέσα: μεταφορές, προσωποποιήσεις, παρομοιώσεις αντιθέσεις, χιαστό, άρση και θέση, εξ αναλόγου, παράλλαξη, εικόνες

-ο διάλογος του ποιητικού υποκειμένου με το άγαλμα δημιουργεί κλίμα οικειότητας, κατανόησης, συμπάθειας ενώ η εναλλαγή α’ και β’ προσώπου δίνε ποικιλία, ζωντάνια και δραματικότητα στο λόγο

- στο ποίημα διακρίνουμε τα εξής χαρακτηριστικά της ποιητικής της Δημουλά: βιωματικότητα, αίσθηση του τραγικού, προσωποποίηση αντικειμένων – εννοιών, αμφισημία λέξεων, «ανατρεπτική» γλώσσα, λεπτή ειρωνεία

 

Ερωτήσεις Κ.Ε.Ε --- «Σημείο Αναγνωρίσεως»

 1.Πώς δομείται το περιεχόμενο του ποιήματος;

2.Ποιος είναι ο ρόλος της επανάληψης του επιρρήματος κατευθείαν στους δύο πρώτους στίχους και γιατί τονίζεται το εγώ;

3.Ποιο κλίμα δημιουργεί η προσφώνηση του αγάλματος σε β΄ ενικό πρόσωπο και ποια αισθήματα της ποιήτριας εκφράζονται με αυτήν;

4.Το ποιητικό υποκείμενο φαίνεται να ταυτίζεται με το άγαλμα - γυναίκα. Ποια κοινά χαρακτηριστικά θα συνηγορούσαν σαυτή την ταύτιση;

5.Με ποια εκφραστικά μέσα αποδίδεται η «αιχμαλωσία» της γυναίκας;

6.Η ποιήτρια χαρακτηρίζει τη γυναίκα αιχμάλωτη. Ποιο είναι, κατά τη γνώμη σας, το περιεχόμενο της «αιχμαλωσίας» της;

7.Να σχολιάσετε τους στίχους 16-19, στους οποίους διακρίνεται το παράπονο του ποιητικού υποκειμένου για τη γυναίκα - άγαλμα.

8.Ποια εντύπωση δημιουργεί στο ποιητικό υποκείμενο η στάση του αγάλματος και ποιες σκέψεις του υποβάλλει;

9.Πώς συνδέεται ο Άργος με τη γυναίκα - άγαλμα;

10.Πώς αντιλαμβάνεσθε την «ελευθερία» και την «ισότητα» για την οποία αγωνίζονται οι «δούλοι», οι «νεκροί» και το «αίσθημά μας»;

11.«Σε λέω γυναίκα γιατείσαιχμάλωτη»: Ποια πεποίθηση για τη θέση της γυναίκας δηλώνεται σαυτούς τους στίχους;

12.Με ποιο τρόπο σχολιάζει το ποιητικό υποκείμενο την προσφορά της γυναίκας στη δημιουργία (στ. 35-37);

 

 

 

Δευτέρα 26 Αυγούστου 2013

H ΤΕΛΕΙΟΤΗΤΑ ΤΗΣ "ΚΥΡΙΑΚΗΣ" ΠΡΟΣΕΥΧΗΣ

του Γ. Μπαμπινιώτη

Είναι ένα κείμενο που θα μπορούσε, με επικοινωνιακά - γλωσσικά κριτήρια, να χαρακτηρισθεί ως «ιδανικό»
 
Πάτερ ημών
ο εν τοις ουρανοίς,
αγιασθήτω το όνομα Σου.
Ελθέτω η βασιλεία Σου.
Γενηθήτω το θέλημα Σου, ως εν ουρανώ και επί της γης.
Τον άρτον ημών τον επιούσιον δος ημίν σήμερον.
Και άφες ημίν τα οφειλήματα ημών,
ως και ημείς αφίεμεν τοις οφειλέταις ημών.
Και μη εισενέγκης ημάς εις πειρασμόν,
αλλά ρύσαι ημάς από του πονηρού.
Αμήν.
 
Η ανάγκη επικοινωνίας τού ανθρώπου με τον Θεό (όποιον θεό πιστεύει), η ανάγκη τής προσευχής, είναι από πολύ παλιά γνωστή στον άνθρωπο και εμφανίζεται στις γλώσσες των περισσοτέρων λαών. Στην Ελληνική η λέξη προσεύχομαι (απευθύνω ευχή, αίτημα ή παράκληση προς τους θεούς) πρωτοαπαντά στον Αισχύλο, ενώ ως τεχνικός όρος η λέξη προσευχή μαρτυρείται πολύ αργότερα στην Αγία Γραφή, στο κείμενο τής Παλαιάς Διαθήκης και ­ με ιδιαίτερο βάρος και βάθος ­ στο κείμενο τής Καινής Διαθήκης. Δεν έχω, δυστυχώς, τον επιστημονικό θεολογικό οπλισμό, για να ερμηνεύσω το βαθύτερο περιεχόμενο, το δογματικό νόημα και τη σημασία που έχει στην ορθόδοξη, ιδίως, παράδοση η έννοια τής προσευχής. Αυτό που ακροθιγώς επιχειρώ να δείξω εδώ, στο θεωρητικό πλαίσιο μιας κειμενογλωσσικής ανάλυσης που ανάγεται στον Roman Jakobson, είναι η γλωσσική δομή τής κυριακής προσευχής, όπως μας παραδίδεται από το Ευαγγέλιο (Ματθ. 6, 9-13 και Λουκ. 11, 2-4), την οποία θεωρώ ως ιδανικό κείμενο. Κατά το κείμενο τού Ευαγγελίου, την παραδίδει ο ίδιος ο Κύριος στους ανθρώπους (εξ ου και «κυριακή» προσευχή), λέγοντας «ούτως ουν προσεύχεσθε υμείς» και συνοδεύοντάς την μ' ένα πολύ διδακτικό ηθικό αλλά και γλωσσικό σχόλιο: «Προσευχόμενοι δε μη βαττολογήσητε, ώσπερ οι εθνικοί. δοκούσι γαρ ότι εν τη πολυλογία αυτών εισακουσθήσονται. μη ουν ομοιωθήτε αυτοίς. οίδε γαρ ο πατήρ υμών ων χρείαν έχετε προ τού υμάς αιτήσαι αυτόν» (Ματθ. 6, 7-9).
Εξ ορισμού ως προσευχή, ως κείμενο ευχών και αιτημάτων / παρακλήσεων, το κείμενο τής κυριακής προσευχής (γνωστό και ως «Πάτερ ημών») λειτουργεί μ' έναν κεντρικό μηχανισμό τής γλώσσας, την τροπικότητα. Είναι ο μηχανισμός τής γλώσσας που, άλλοτε γραμματικοποιημένος (με τη μορφή των εγκλίσεων τής Προστακτικής, τής Υποτακτικής και τής Ευκτικής, όπως συμβαίνει στην αρχαία ελληνική γλώσσα) και άλλοτε λεξικοποιημένος (με «δείκτες τροπικότητας», όπως τα ας, να και θα στη Νέα Ελληνική), χρησιμοποιείται από τον ομιλητή τής Ελληνικής για επικοινωνιακές ανάγκες όπως η έκφραση επιθυμίας, ευχής, παράκλησης, προτροπής, προσταγής, απαγόρευσης, απειλής κ.τ.ό.
Το κείμενο τής κυριακής προσευχής είναι υπόδειγμα λιτότητας, περιεκτικότητας και ευθυβολίας. Περιλαμβάνει: α) μια επίκληση προς τον Θεό, εκφρασμένη με την πτώση τής επίκλησης, την κλητική, με την οποία και αρχίζει: Πάτερ ημών... β) τρεις ευχές / επιθυμίες, εκφρασμένες με τριτοπρόσωπους μονολεκτικούς τύπους τής κατεξοχήν τροπικής έγκλισης, τής Προστακτικής: αγιασθήτω - ελθέτω - γενηθήτω... και γ) τρία αιτήματα / παρακλήσεις, εκφρασμένα με τους κατεξοχήν τύπους Προστακτικής, τους τύπους τού β' προσώπου: δος - άφες - μη εισενέγκης, αλλά ρύσαι...
Κάθε ευχή και κάθε αίτημα εξειδικεύεται (η εξειδίκευση αποτελεί έναν άλλο κεντρικό μηχανισμό τής γλώσσας) με τα πιο άμεσα και απαραίτητα στοιχεία. Οι τρεις ευχές μ' ένα ομοιόμορφο ονοματικό υποκείμενο: αγιασθήτω ­ το όνομά σου, ελθέτω ­ η βασιλεία σου, γενηθήτω ­ το θέλημά σου. Τα τρία αιτήματα με δύο συμπληρώματα (προσώπου και πράγματος) στο κάθε ρήμα τους: δος ­ ημίν τον άρτον, άφες ­ ημίν τα οφειλήματα ημών, μη εισενέγκης ­ ημάς εις πειρασμόν και ρύσαι ­ ημάς από τού πονηρού (εις πειρασμόν και από τού πονηρού είναι εμπρόθετα συμπληρώματα / αντικείμενα).
Περαιτέρω, λιτή πάντοτε, εξειδίκευση γίνεται με ελάχιστες αναφορές τόπου, χρόνου και τρόπου: πάτερ ημών ­ ο εν τοις ουρανοίς (εξειδίκευση τόπου), γενηθήτω το θέλημά σου ­ ως εν ουρανώ και επί τής γης (εξειδίκευση τόπου), δος ημίν σήμερον τον άρτον ημών τον επιούσιον (εξειδίκευση χρόνου), άφες ημίν τα οφειλήματα ημών ­ ως και ημείς αφίεμεν τοις οφειλέταις ημών (εξειδίκευση τρόπου).
Το περιεχόμενο τού κειμένου κλιμακώνεται νοηματικά: προηγούνται οι ευχές και ακολουθούν τα αιτήματα. Ξεκινάει με ό,τι αναφέρεται στον ίδιο τον Θεό, για να περάσει μετά στα αιτήματα. Κι εδώ κλιμάκωση, από τα υλικά στα πνευματικά αιτήματα: τα προς το ζην ­ άφεση αμαρτιών ­ προστασία από τον πειρασμό. Γλωσσικά σε όλο το κείμενο κυριαρχεί και προβάλλεται το ρήμα: αγιασθήτω ­ ελθέτω ­ γενηθήτω, δος ­ άφες ­ μη εισενέγκης ­ ρύσαι. Κυριαρχούν και προτάσσονται οι ευχές και τα αιτήματα. Η εξειδίκευσή τους επιτάσσεται, τα υποκείμενα δηλαδή και τα αντικείμενά τους (με εξαίρεση το αντικείμενο τού δος).
Συμπέρασμα. Το κείμενο τής κυριακής προσευχής είναι ένα κείμενο που θα μπορούσε, με επικοινωνιακά - γλωσσικά κριτήρια, να χαρακτηρισθεί ως «ιδανικό». Είναι λιτό, γιατί περιορίζεται σε βασικές πληροφοριακές δομές (επίκληση ­ ευχές ­ αιτήματα), σε εξίσου βασικές εξειδικευτικές πληροφορίες (ονοματικά υποκείμενα στις ευχές ­ διπλά ονοματικά συμπληρώματα στα αιτήματα) και σε ελάχιστες εξειδικεύσεις χρόνου, τόπου και τρόπου. Με μια εντυπωσιακή οικονομία γλωσσικών μέσων ­ στο κείμενο χρησιμοποιείται μόνο Προστακτική, με εξαίρεση τη μοναδική διαπιστωτική ρηματική δήλωση, την Οριστική αφίεμεν ­ επιτυγχάνεται μια ουσιαστική, καίρια και γνήσια μορφή επικοινωνίας, χωρίς ρητορείες, επιτηδεύσεις και περιττό λεκτικό φόρτο. Η συμμετρία και η έντονα αισθητή επανάληψη των ίδιων συντακτικών και μορφολογικών δομών (το γνωστό φαινόμενο τού «παραλληλισμού»), που φάνηκε ελπίζω έστω και αμυδρά στη σύντομη ανάλυσή μας, εξασφαλίζει στο κείμενο τής κυριακής προσευχής αίσθηση ρυθμού και μέτρου (που δεν θίξαμε εδώ), γεγονός που οδηγεί στην εύκολη πρόσληψη και μνημονική ανάκληση τού κειμένου. Πρόκειται για ένα θαυμαστό, τέλειο στην απλότητα και τη βαθύτητά του κείμενο, που δείχνει ανάγλυφα την εκφραστική δύναμη, στην οποία μπορεί να φθάσει η γλώσσα τού ανθρώπου, απόρροια τής ιδιότητας που μοιράζεται «κατά χάριν» ο άνθρωπος με τον Θεό, απόρροια τού πνεύματος.
 
πηγή: εφημερίδα "το Βήμα" - γνώμες

Σάββατο 24 Αυγούστου 2013

ΜΙΛΤΟΣ ΣΑΧΤΟΥΡΗΣ "Ο ελεγκτής" μια πρώτη ανάγνωση




-αντιπροσωπευτικός ποιητής της μεταπολεμικής υπαρξιακής και υπερρεαλιστικής ποίησης.

-η ποίησή του απεικονίζει με ρεαλιστικό τρόπο την καθημερινότητα και απηχεί προσωπικά βιώματα από τα δύσκολα εμφυλιακά και μετεμφυλιακά χρόνια

-ο ποιητής δείχνει ότι δυσκολεύεται να υπάρξει στον κομματιασμένο κόσμο και αναγκάζεται να καταφύγει στη μυθοπλασία, με υλικά όμως τα απλά και καθημερινά πράγματα του κόσμου

- συνδυάζει στοιχεία από υπαρξισμό (η γνήσια αγωνία που απορρέει από τη θέση του ποιητή στον εφιαλτικό κόσμο), τον υπερρεαλισμό (ωθεί την ποίηση σε χώρους εξωλογικούς και εκφράζεται με λεκτική λιτότητα και αυστηρότητα και ιδεοπλαστικές εικόνες), και τον εξπρεσιονισμό (διαμαρτυρία ενάντια στη βία του πολέμου και στο εκτρωματικό κοινωνικό σύστημα, προβολή του φανταστικού και του παράλογου)

-το ποίημα ανήκει στη συλλογή «Τα φάσματα ή η χαρά στον άλλο δρόμο»(1958)

 

ΓΕΝΙΚΑ ΓΝΩΡΙΣΜΑΤΑ ΤΗΣ ΠΟΙΗΣΗΣ ΤΟΥ ΣΑΧΤΟΥΡΗ

  1. αντιλυρική ποιητική γραφή
  2. με υλικά της αλήθειας μέσα από ένα παράδοξο σχήμα φτάνει στο παράλογο
  3. παρουσία εφιαλτικών εικόνων
  4. πολυσημία λέξεων-συμβόλων
  5. λεκτική λιτότητα, καθημερινό λεξιλόγιο, περιορισμένη στίξη
  6. ποίηση κατάστικτη από χρώματα-σύμβολα
  7. διαρκής νοσταλγία του υψηλότερου καθαρού χώρου, του ουρανού

 ΘΕΜΑ του ποιήματος είναι η ευθύνη του ποιητή  που συνίσταται στο να καθιστά εφικτή την επικοινωνία με τον ουρανό. Για την εκπλήρωση αυτής της αποστολής ο ποιητής πρέπει να βρίσκεται σε διαρκή εγρήγορση, πράγμα που αντανακλάται και στον ΤΙΤΛΟ, ο οποίος αποτελούμενος από το οριστικό άρθρο και το ουσιαστικό ορίζει το χώρο, ώστε να προετοιμαστεί ο αναγνώστης να μπει στο μαγικό κόσμο του ποιήματος και να παρακολουθήσει τη μικρή του ιστορία.

 

Το ποίημα αποτελείται από τρεις ιδεοπλαστικές εικόνες- σκηνές

1.ο κακοποιημένος ουρανός (στ.1-3)

2. ο ουράνιος μηχανοδηγός-ποιητής (στ.4-6)

3. ο ποιητής ως ιερό πτηνό που πρέπει να εκτελέσει την αποστολή του (στ.7-11)

α’ εικόνα:υπερρεαλιστική

   -μπαξές: μεταφορά που αισθητοποιεί την ασαφή εικόνα του ουρανού, αφού είναι γεμάτος αίμα και λίγο χιόνι και τον καθιστούν δυσπρόσιτο.

   -ουρανός: α)ο υψηλός κόσμος του πνεύματος, άρα είναι γεμάτος αίμα, αφού δολοφονείται καθημερινά από την αντιποιητική εποχή μας, και λίγο χιόνι, αφού μπορεί να γίνει τόπος ελπίδας και χαράς.

β) η λειτουργία της ποίησης, άρα είναι γεμάτος αίμα από τα τρομακτικά βιώματα του ποιητή, και λίγο χιόνι, αφού η ποίηση μπορεί να ξαναφέρει την ελπίδα

-το κόκκινο είναι το χρώμα της βίας, του πολέμου, του ολέθρου

-το λευκό είναι το χρώμα της ελπίδας, της αισιοδοξίας, της αγνότητας

Ο ουρανός λοιπόν είναι ο ποιητικός χώρος στον οποίο καταφεύγουν, για να καλύψουν τις συναισθηματικές και πνευματικές τους ανάγκες, όσοι δεν αρκούνται στα υλικά αγαθά του αισθητού κόσμου και θέλουν να βιώσουν τη γοητεία του φανταστικού κόσμου της ποίησης, Αυτός που κρατάει ανοιχτούς τους δίαυλους επικοινωνίας είναι ο ελεγκτής- ποιητής

 β’ εικόνα:

  -έσφιξα τα σκοινιά μου: εικόνα γνωστή από την εμπειρία, αποφασιστικό εγχείρημα ριψοκίνδυνο και τολμηρό που απαιτεί ετοιμότητα, αυτοσυγκέντρωση και υπολογισμένες κινήσεις

   -πρέπει και πάλι να ελέγξω τα αστέρια: καθήκον του ποιητή είναι να ελέγχει τα μηνύματα της ποίησής του, για να φέρει σε επαφή το αντιποιητικό κοινό με την τέχνη του, τα αστέρια κατευθύνουν στον εξανθρωπισμό, άρα το λίγο χιόνι θα μπορούσε να είναι και η λάμψη των αστεριών, επιτακτική (πρέπει)  η ανάγκη του ελέγχου, που έχει γίνει και στο παρελθόν (και πάλι)

γ’ εικόνα:

   -εγώ:αυτονομείται, ταύτιση του ποιητή με τον ελεγκτή

   -κληρονόμος των πουλιών:το πέταγμα ως ιδιότητα των πουλιών συμβολίζει την απελευθέρωση, ο ποιητής κινείται μεταξύ ουρανού και γης

   -έστω και με σπασμένα φτερά:υπονοούν τον ψυχικό τραυματισμό του ποιητή από μια νοσηρή πραγματικότητα

   -n πρέπει να πετάω:χρέος να ξεπεράσει κάθε αντιξοότητα και δυσκολία που δυσχεραίνει το έργο του και να φτάσει στον ουρανό, για να κρατήσει ζωντανό το φως των αστεριών.

ΧΡΟΝΟΣ:ίσως τα μετεμφυλιακά χρόνια

ΧΩΡΟΣ:ουρανός- γη

ΕΚΦΡΑΣΤΙΚΑ ΜΕΣΑ:μεταφορές, σύμβολα, εικόνες

ΣΤΙΧΟΣ:ελεύθερος, σύντομος σχεδόν μονολεκτικός

ΓΛΩΣΣΑ:απλή, λέξεις λιτές με κυριαρχία του ουσιαστικού και του ρήματος