Η ΧΡΗΣΗ ΤΗΣ ΓΕΝΙΚΗΣ
(ως ονοματικού ετερόπτωτου και ως
επιρρηματικού προσδιορισμού)
Η γενική με ονόματα.
Η γενική, όταν
προσδιορίζει ουσιαστικά ή επίθετα ως ετερόπτωτος προσδιορισμός, δηλώνει
ποικίλες σχέσεις:
(α) το σύνολο του οποίου μέρος είναι το προσδιοριζόμενο
ουσιαστικό (γενική διαιρετική).
- Διαιρετική είναι και η γενική
γεωγραφικών όρων.
- Με γενική διαιρετική συντάσσεται
αρκετά συχνά το ουσιαστικοποιημένο ουδέτερο επιθέτων ή αντωνυμιών, καθώς
και ο υπερθετικός βαθμός των επιθέτων:
(β)
τον κάτοχο ενός αντικειμένου ή τον δημιουργό (γενική κτητική ή του
δημιουργού). Στη γενική κτητική εντάσσεται και η γενική που δηλώνει
συγγενικές σχέσεις. Με γενική κτητική συντάσσονται συνήθως τα επίθετα: οἰκεῖος,
ἴδιος, κοινός, συγγενής, ἑταῖρος,
φίλος, ἐχθρός, ξένος.
(γ)
την ύλη από την οποία είναι κατασκευασμένο ένα αντικείμενο (γενική της ύλης).
(δ) το περιεχόμενο ενός αντικειμένου ή μιας
έννοιας που δηλώνει πλήθος ή ποσότητα (γενική του περιεχομένου).
(ε) κάποια ιδιότητα του προσδιοριζόμενου
ουσιαστικού, συνήθως μέγεθος, ηλικία, ποσότητα οπότε συνοδεύεται και από
αριθμητικό (γενική της ιδιότητας).
(στ)
την αξία ή το τίμημα και εξαρτάται συνήθως από τα επίθετα: ἄξιος,
ἀνάξιος, ἀντάξιος,
ἐπάξιος, ἀξιόχρεως,
ὠνητός, τίμιος, κ.ά. (γενική της αξίας).
(ζ) την αιτία και εξαρτάται συνήθως από
επίθετα όπως αἴτιος, ὑπαίτιος, ἀναίτιος,
ὑπεύθυνος, ὑπόλογος,
ἔνοχος, ἀθῷος,
εὐδαίμων κ.ά. ή από ουσιαστικά που δηλώνουν
ψυχικό πάθος (γενική της αιτίας).
(η) το υποκείμενο της ενέργειας που δηλώνει το
προσδιοριζόμενο ουσιαστικό, το οποίο συνήθως είναι ρηματικό παράγωγο ή έχει
ρηματική σημασία (γενική υποκειμενική).
(θ) το αντικείμενο της ενέργειας που δηλώνει
το προσδιοριζόμενο ουσιαστικό (γενική αντικειμενική). Τα ουσιαστικά και
τα επίθετα που συντάσσονται με γενική αντικειμενική είναι ως προς τη σημασία
τους συνήθως αντίστοιχα των ρημάτων που συντάσσονται με αντικείμενο σε γενική,
δηλώνουν δηλαδή μνήμη ή λήθη (μνήμων, ἀμνήμων, ἐπιλήσμων),
φροντίδα, επιμέλεια, φειδώ και τα αντίθετά τους (ἐπιμελής,
ἀμελής, φειδωλός, ὀλίγωρος),
συμμετοχή, πλησμονή ή στέρηση (μέτοχος, κοινωνός, πλήρης, μεστός, ἐνδεής,
γυμνός, ψιλός, κενός, ὀρφανός), χωρισμό, απομάκρυνση ή απαλλαγή (ἔρημος,
ἐλεύθερος, ἄμικτος, ἄγευστος),
εμπειρία ή απειρία, επιτυχία ή αποτυχία (ἔμπειρος, ἄπειρος, ἐπιτυχής),
εξουσία ή υποταγή (κύριος, ἡγεμών, ὑπήκοος),
διαφορά ή σύγκριση (διάφορος, ἕτερος, ἀλλότριος).
(ι) τον δεύτερο όρο της σύγκρισης μετά από
επίθετα συγκριτικού βαθμού ή επίθετα που δηλώνουν σύγκριση, όπως πρότερος, ὕστερος,
πολλαπλάσιος, κλπ. (γενική συγκριτική).
Εκφορά του
δέυτερου όρου σύγκρισης. Ο
δεύτερος όρος της σύγκρισης, όταν είναι ουσιαστικό ή όρος ισοδύναμος με
ουσιαστικό μπορεί να εκφέρεται με δύο τρόπους: (α) συνηθέστερα με γενική
συγκριτική, (β) με το διαζευκτικό ἢ και το ουσιαστικό στην ίδια πτώση με τον
πρώτο όρο της σύγκρισης.
Η γενική με
επιρρήματα.
Η γενική, όταν
συνοδεύει επιρρήματα, έχει συνήθως τις λειτουργίες και τις σημασίες που
διαθέτει όταν συνοδεύει επίθετα, καθώς πολλά επιρρήματα παράγονται από επίθετα
ή ως προς τη σημασία τους αντιστοιχούν σε κάποια επίθετα. Έτσι η γενική μετά
από επιρρήματα μπορεί να είναι:
(α) Γενική
διαιρετική μετά από
επιρρήματα τοπικά, χρονικά, ποσοτικά και τον υπερθετικό βαθμό των επιρρημάτων.
(β) Γενική της
αξίας μετά από τα
επιρρήματα ἀξίως, ἐπαξίως, ἀναξίως
κλπ.
(γ) Γενική της
αιτίας μετά από
επιφωνήματα που δηλώνουν λύπη, πόνο, έκπληξη.
(δ) Γενική
αντικειμενική μετά από
τροπικά επιρρήματα παραγόμενα από επίθετα που συντάσσονται με γενική
αντικειμενική ή μετά από τα προθετικά τοπικά επιρρήματα (τοπικά επιρρήματα που
παράγονται από προθέσεις, όπως ἄνω, κάτω, ἐντός, ἐκτός,
ἐγγύς, ἐναντίον, πλησίον κλπ.).
(ε) Γενική
συγκριτική μετά από
συγκριτικό βαθμό επιρρημάτων.
(στ) Γενική
της αναφοράς με τα τροπικά
επιρρήματα πῶς, ὅπως, ὡς, καλῶς, κακῶς, εὖ, όταν σχηματίζουν περιφράσεις με τα ρήματα
ἔχω και κεῖμαι
(στον Ηρόδοτο και ἥκω). Η συγκεκριμένη γενική δηλώνει σε σχέση
με τι το υποκείμενο της πρότασης βρίσκεται σε καλή/κακή κατάσταση ή θέση.
Η γενική ως
επιρρηματικός προσδιορισμός
μπορεί να δηλώνει:
(α) τόπο. Πρόκειται για χρήση κυρίως ποιητική· στην
πεζογραφία έχουν διατηρηθεί μόνο οι γενικές κάποιων αντωνυμιών που έχουν
καταλήξει τοπικά επιρρήματα.
(β) χρόνο. Ειδικότερα δηλώνει χρονικό διάστημα εντός
του οποίου συμβαίνει ή ισχύει κάτι.
(γ) αιτία, όταν προσδιορίζει ρήματα ψυχικού πάθους ή
δικανικά ρήματα.
(δ) αξία ή τίμημα (και την ποινή, όταν προσδιορίζει
δικαστικά ρήματα).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου