Ε
Άρθρο του Γ. Μπαμπινιώτη από το ΒΗΜΑ
Αρκετές
φράσεις με διευρυμένη μεταφορική χρήση σώζονται στη σημερινή Ελληνική,
προερχόμενες από τα Ευαγγέλια και τους ύμνους της Μεγάλης Εβδομάδος. Η
παρακολούθηση των ακολουθιών των Παθών στις εκκλησίες από μεγάλο αριθμό πιστών,
η υποβλητική ατμόσφαιρα, με δυνατά αφηγηματικά κείμενα των Ευαγγελίων και με
μια πραγματικά υψηλή ποίηση που είναι η υμνολογία της Μ. Εβδομάδος, έχουν
οδηγήσει στο να εντυπωθούν στη μνήμη και να περάσουν στην καθημερινή γλώσσα
πολλές χαρακτηριστικές φράσεις από τα ακούσματα της Μ. Εβδομάδος. Δίνω
ένα μικρό δείγμα από αυτές, παραθέτοντας και τα ερμηνεύματα από το Λεξικό μου.
Από τα ευαγγελικά κείμενα και τα τροπάρια της Μ. Δευτέρας χρησιμοποιούμε σήμερα τις φράσεις: «τα του Καίσαρος τω Καίσαρι» (Ματθ. 22, 21) για την ανάγκη να αποδίδεται στον καθένα αυτό που πρέπει, που του οφείλεται ή που του αρμόζει· «προς το θεαθήναι» (Ματθ. 23, 5), μόνο για επίδειξη, για τα μάτια τού κόσμου· «διυλίζει τον κώνωπα και καταπίνει την κάμηλον» (Ματθ. 23, 24) για τους υποκριτές που επικρίνουν τα ασήμαντα σφάλματα και συγχωρούν ή παραβλέπουν βαρύτατα αμαρτήματα.
Από τη Μ. Τρίτη: «αι μωραί παρθένοι» (Ματθ. 25, 2) για μη προνοητικούς ανθρώπους, που είναι απροετοίμαστοι να αντιμετωπίσουν κάτι σημαντικό.
Από τη Μ. Τετάρτη: «ως πρόβατο επί σφαγήν» (τροπάριο που παραπέμπει στην Π.Δ., Ησαΐας 53, 7) για κάποιον που οδηγείται (από άλλους) σε βέβαιη καταστροφή χωρίς να το γνωρίζει ή να το καταλαβαίνει ή χωρίς να διαµαρτύρεται.
Από τη Μ.
Τετάρτη: «το μεν πνεύμα πρόθυμον, η δε σαρξ ασθενής» (Ματθ. 26, 41) για άνθρωπο
που έχει τη θέληση να πράξει κάτι αλλά εμποδίζεται (κυρίως από σωµατική
αδυναµία)· γενικότερα, για κάποιον που θέλει
αλλά δεν µπορεί.
Τα περισσότερα είναι από τη Μ. Πέμπτη: «διαρρηγνύω τα ιμάτιά μου» (Ματθ. 26, 65) (σχίζω τα ρούχα μου), διαμαρτύρομαι έντονα, υποστηρίζοντας την αθωότητα ή το δίκιο μου (συχνά με ειρωνική σημασία)· «μετά φανών και λαμπάδων» (Ιω. 18, 3), σε πανηγυρική ατµόσφαιρα· «άρον, άρον» (Ιω. 19, 15), αμέσως, γρήγορα, βιαστικά· «μνήσθητί μου, Κύριε» (Λουκ. 23, 42) για την έκφραση έκπληξης (πβ και τις φράσεις «μέγας ει, Kύριε!» και «έλα Xριστέ και Παναγιά!») · «αντί του μάννα, χολήν» (τροπάριο) για δήλωση αγνωμοσύνης προς τον ευεργέτη· «νίπτω τας χείρας μου» (από την πράξη τού Ποντίου Πιλάτου, Mατθ. 27, 24) για τους ανθρώπους που αποποιούνται κάθε ευθύνη, προτιμώντας να μην αναμειχθούν σε υπόθεση στην οποία θα μπορούσαν να παρέμβουν· «ας όψεται» (Ματθ. 27, 24) για κάποιον που θεωρείται φταίχτης, υπαίτιος για δυσάρεστη κατάσταση· «κρανίου τόπος» (απόδοση τού εβραϊκού τοπωνυμίου «Γολγοθάς», Ματθ. 27, 33) για τόπο όπου η ζωή είναι δυσβάσταχτη ή για τόπο που θυμίζει σεληνιακό τοπίο· «τετέλεσται» (Ιω. 19, 30) για περιπτώσεις στις οποίες επέρχεται το οριστικό τέλος µιας κατάστασης· «διά τον φόβο των Ιουδαίων» (Ιω. 7,13), όταν ενεργεί κανείς µε συγκεκριµένο τρόπο, επειδή επαπειλείται κίνδυνος από γνωστά, υπονοούµενα από τον οµιλητή πρόσωπα ή καταστάσεις· «και έσται η εσχάτη πλάνη χείρων τής πρώτης» (Ματθ. 27, 64), το να ξανακάνει κανείς λάθος ή το να επαναλάβει προηγούμενο σφάλμα του είναι περισσότερο μειωτικό ή μπορεί να έχει χειρότερες συνέπειες από τη διάπραξη ενός λάθους για πρώτη φορά.
Από τη Μ. Παρασκευή: «ψέλνω/ακούω τον αναβαλλόμενο» (από το τροπάριο «Σε τον αναβαλλόμενον φως ως ιμάτιον» [Συ που φοράς το φως ως ιμάτιο· αναβάλλομαι = περιβάλλομαι, ντύνομαι]) για μακρά και διαρκή επίπληξη που κάνω (ψάλλω...) ή δέχομαι (ακούω...) από κάποιον.
Εδώ αξίζει να παρατηρηθεί πώς άλλαξε στη λαϊκή χρήση η αρχική έννοια τής φράσης και από εύσημη έγινε κακόσημη. Συγκεκριμένα, η μακρά διάρκεια τού όλου ύμνου, που ψάλλεται όση ώρα διαρκεί η Aποκαθήλωση και που αρχίζει με τη φράση αυτή, έδωσε λαβή στη μεταφορική χρήση τής φράσης με τελείως διαφορετικό περιεχόμενο. Tο ίδιο συμβαίνει και με τη φράση «ψάλλω σε κάποιον τον εξάψαλμο», που πάλι η μακρά διάρκεια ανάγνωσης έξι ολόκληρων ψαλμών κατά τον όρθρο έγινε αφορμή να χρησιμοποιηθεί η φράση μεταφορικά για την επιτίμηση κάποιου με λεκτική επίθεση που κρατάει πολλή ώρα!
Από το Μ. Σάββατο: «ανάστα, ο Θεός / Κύριος» (τροπάριο από την «πρώτη ανάσταση», μετά το αποστολικό ανάγνωσμα) δηλώνει κατάσταση έντονου θορύβου, σύγχυση, αναστάτωση, ανακατωσούρα· «ο αποθανών δεδικαίωται» (αποστολικό ανάγνωσμα, Ρωμ. 6, 7), αυτός που έχει πεθάνει δεν κρίνεται πια (αν ήταν καλός ή όχι, αν έπραξε σωστά ή όχι κ.λπ.) αλλά θεωρείται δικαιωμένος.
Από την Κυριακή τού Πάσχα: «χαράς ευαγγέλια» (αναστάσιμο τροπάριο), για εξαιρετικά ευχάριστη είδηση, για µήνυµα που προκαλεί ευτυχία ή μεγάλη ικανοποίηση· «νηστεύσαντες και μη νηστεύσαντες» (Ιωάννης Χρυσόστομος), για να δηλωθεί ότι όλοι καλούνται να συμμετάσχουν σε κάτι (καλό), είτε το αξίζουν είτε όχι· «βάλλω τον δάκτυλο εις τον τύπον των ήλων» (Ιω. 20, 25), καταπιάνομαι με θέμα που ενοχλεί, που μαρτυρεί μια δυσάρεστη ή οδυνηρή κατάσταση.
Τέτοιες εκκλησιαστικές φράσεις, με μεταφορική και διευρυμένη (ενίοτε και παρηλλαγμένη) σημασία, εμπλούτισαν τη γλώσσα μας προσδίδοντας κύρος αλλά και εκφραστικότητα στον λόγο.