Δοτική προσωπική κτητική.
Συντάσσεται με τα ρήματα εἰμί, γίγνομαι, ὑπάρχω, όταν δεν είναι συνδετικά και σημαίνουν «έχω»,
«αποκτώ». Φανερώνει τον κτήτορα.
π.χ. Πολλὰ χρήματα τοῖς Ἀθηναίοις ἦν.
Δοτική
προσωπική χαριστική.
Φανερώνει το πρόσωπο για χάρη ή ωφέλεια του οποίου γίνεται αυτό που εκφράζει το
ρήμα. Τη συναντούμε συνήθως δίπλα στα: το αγαθόν, το καλόν, το κέρδος, η
ωφέλεια, ο θησαυρός, η ειρήνη
π.χ. Ἕκαστος οὐχὶ τῷ πατρὶ καὶ τῇ μητρὶ μόνον γεγένηται ἀλλὰ καὶ τῇ πατρίδι.
Δοτική
προσωπική αντιχαριστική.
Φανερώνει το πρόσωπο το οποίο βλάπτεται από κάτι. Τη συναντούμε συνήθως δίπλα
στα: το κακόν, η συμφορά, η βλάβη, η ζημία, ο πόλεμος, το δεινόν
π.χ. Ἡ ἐν Ἀμφιπόλει ἧττα τοῖς Ἀθηναίοις ἐγεγένητο.
Δοτική
προσωπική ηθική.
Φανερώνει το πρόσωπο που χαίρεται ή λυπάται για κάτι.
Παρατηρήσεις:H δοτική προσωπική ηθική
συχνά συνοδεύεται από τις μετοχές βουλομένῳ, ἡδομένῳ, ἀχθομένῳ, προσδεχομένῳ
καθώς και το επίθετο ἀσμένῳ.
π.χ. Ἀσμένοις τοῖς ἀνθρώποις τὸ φῶς ἐγίγνετο. Ως δοτική προσωπική ηθική συνήθως χρησιμοποιείται η
προσωπική αντωνυμία α΄ και β΄ προσώπου.
π.χ. Καί μοι τὴν
γραφὴν ἀνάγνωθι.
Δοτική
προσωπική του κρίνοντος προσώπου ή της αναφοράς.
Φανερώνει το πρόσωπο κατά την κρίση του οποίου ή σε σχέση με το οποίο ισχύει
αυτό που εκφράζει το ρήμα της πρότασης.
·
Συντάσσεται
με ρήματα δοξαστικά όπως, δοκῶ, οἴομαι, νομίζω, αλλά και το ρήμα φαίνομαι, ως
προσωπικά ή απρόσωπα.
π.χ. Ἐμοὶ δοκεῖτε οὐ σωφρονεῖν. (μτφρ. Μου φαίνεται ότι
δεν σκέφτεστε σωστά).
·
Συχνά
συνοδεύεται από μία μετοχή σε δοτική που δηλώνει τόπο, χρόνο ή κίνηση.
Ἀποροῦντι δὲ αὐτῷ ἔρχεται Προμηθεύς. (μτφρ. Ενώ αυτός δεν ήξερε τι να κάνει,
έρχεται ο Προμηθέας)
Δοτική προσωπική του
ενεργούντος προσώπου ή του ποιητικού αιτίου.
Φανερώνει
το πρόσωπο που ενεργεί.
Συντάσσεται με ρήματα παθητικής φωνής, κυρίως συντελικού χρόνου, καθώς και
με τα ρηματικά επίθετα σε –τέος και –τός
Τα απρόσωπα ρήματα, όπως τα μέλει, μεταμέλει, μέτεστι, ὁμολογεῖται, παρασκεύασται, εἴρηται, διέγνωστο,
προδέδοκται συντάσσονται με δοτική προσωπική του ενεργούντος προσώπου.