ΠΛΑΤΩΝΟΣ
«ΠΡΩΤΑΓΟΡΑΣ»--ΕΝΟΤΗΤΑ 6η
«η
παιδευτική σημασία της τιμωρίας
ως
απόδειξη του διδακτού της αρετής»
Tο γεγονός ότι ο καθένας θυμώνει και
τιμωρεί και συμβουλεύει όσους δεν έχουν την πολιτική αρετή, αποδεικνύει ότι
αυτή αποκτιέται με μάθηση και διδασκαλία.
Η φράση αυτή συνδέει την αποδεικτέα θέση της προηγούμενης ενότητας, ότι δηλ η αρετή διδάσκεται με την αποδεικτέα θέση που θα παρουσιαστεί σ’ αυτή την ενότητα για το σωφρονιστικό και αποτρεπτικό χαρακτήρα της ποινής που αποδεικνύει και πάλι το «διδακτόν» της αρετής.
Η φράση αυτή συνδέει την αποδεικτέα θέση της προηγούμενης ενότητας, ότι δηλ η αρετή διδάσκεται με την αποδεικτέα θέση που θα παρουσιαστεί σ’ αυτή την ενότητα για το σωφρονιστικό και αποτρεπτικό χαρακτήρα της ποινής που αποδεικνύει και πάλι το «διδακτόν» της αρετής.
Η πολιτική αρετή διδάσκεται (επιχείρημα 2ο)
Η
αποδεικτέα θέση: «Εἰ
γὰρ ἐθέλεις ἐννοῆσαι τὸ κολάζειν, ὦ Σώκρατες, τοὺς ἀδικοῦντας τί ποτε δύναται,
αὐτό σε διδάξει ὅτι οἵ γε ἄνθρωποι ἡγοῦνται παρασκευαστὸν εἶναι ἀρετήν.»
Ο σκοπός της
επιβολής των ποινών είναι μια ακόμη απόδειξη της κοινής πεποίθησης ότι η αρετή
μπορεί να μεταδοθεί και να αποκτηθεί με τη διαδικασία της διδασκαλίας.
«Οὐδεὶς
γὰρ κολάζει τοὺς ἀδικοῦντας πρὸς τούτῳ τὸν νοῦν ἔχων…..ἵνα μὴ αὖθις ἀδικήσῃ
μήτε αὐτὸς οὗτος μήτε ἄλλος ὁ τοῦτον ἰδὼν κολασθέντα».
Σ’ αυτό το απόσπασμα ο Πρωταγόρας αναφέρεται σε δύο είδη τιμωρίας κάνοντας χρήση δύο διαφορετικών ρημάτων:
Σ’ αυτό το απόσπασμα ο Πρωταγόρας αναφέρεται σε δύο είδη τιμωρίας κάνοντας χρήση δύο διαφορετικών ρημάτων:
α) Με το ρήμα «τιμωροῦμαι» αναφέρεται στην
τιμωρία που έχει ως στόχο την εκδίκηση και
την ικανοποίηση του αδικηθέντος (τιμωρώ για
να εκδικηθώ)β) Με το ρήμα «κολάζω» αναφέρεται στην έλλογη τιμωρία (τιμωρώ για να διορθώσω).
Βλέπε και σχόλιο σχολικού βιβλίου: «κολάζει», σελ. 88
Ο Πρωταγόρας πιστεύει ότι κανείς δεν
επιβάλλει τιμωρίες με σκοπό την τυφλή εκδίκηση απορρίπτοντας τα κίνητρα της
ανταπόδοσης και της αντεκδίκησης. Η τιμωρία, για τον Πρωταγόρα, έχει παιδευτικό
χαρακτήρα και όχι εκδικητικό και κατασταλτικό. Στόχος της δεν είναι η θεραπεία
ενός αδικήματος που έχει ήδη διαπραχθεί, γιατί αυτό αποτελεί μια συντελεσμένη
πια πραγματικότητα, η οποία δεν μπορεί να αλλάξει («οὐ γὰρ ἂν τό γε πραχθὲν ἀγένητον θείη»). Αντίθετα, αφορά την αποτροπή διάπραξης
μιας άδικης πράξης στο μέλλον («τοῦ μέλλοντος χάριν»).
Πιο συγκεκριμένα, ο στόχος της είναι διττός:
- ο σωφρονισμός
του παραβάτη
(«ἵνα μὴ αὖθις ἀδικήσῃ μήτε αὐτὸς οὗτος»), ώστε να μη διαπράξει ποτέ ξανά στο μέλλον
αδίκημα
- ο
παραδειγματισμός των άλλων («μήτε ἄλλος
ὁ τοῦτον ἰδὼν κολασθέντα»)
Κριτική
της θεωρίας του Πρωταγόρα για την παιδευτική σημασία της τιμωρίας
- Η άποψη του Πρωταγόρα κρίνεται ιδιαίτερα ρηξικέλευθη και πρωτοποριακή για την εποχή της, καθώς παρόμοιες αντιλήψεις άρχισαν να ακούγονται και να εφαρμόζονται για πρώτη φορά την εποχή του Ευρωπαϊκού Διαφωτισμού από τον Cesare Beccaria στο έργο του «Περί Εγκλημάτων και Ποινών».
- Ωστόσο για την
εποχή της ήταν μάλλον ανεφάρμοστη, γιατί οι Αθηναίοι συνέδεαν την τιμωρία
με την εκδίκηση και με την ικανοποίηση του ίδιου του παθόντος ή των
συγγενών ενός θύματος. Όπως πίστευαν ότι η αλαζονεία (ὕβρις) προκαλεί την οργή (τίσις) και την τιμωρία (νέμεσις) των θεών με στόχο την
αποκατάσταση της ηθικής τάξης, κάτι ανάλογο ακολουθούσαν και στην
καθημερινότητά τους στη συναναστροφή τους με τους άλλους ανθρώπους.
η επιβολή της θανατικής ποινής (ενότητα 4) με την
παιδευτική σημασία της τιμωρίας (ενότητα 6)-πως ερμηνεύεται η αντίφαση;
Στην 4η
ενότητα είχε υποστηριχθεί ότι η μη
συμμετοχή στην αιδώ και στη δίκη συνεπάγεται τη θανάτωση. Στην 5 η ενότητα είχε υποστηριχθεί ότι η μη συμμετοχή στην αιδώ και στη δίκη
συνεπάγεται την αποπομπή από την
κοινωνία. Στην 6 η ενότητα, η παροχή μιας δεύτερης ευκαιρίας στο
δράστη (μέσω της ποινής) δημιουργεί μια αντίφαση.
Στην 7 η ενότητα αίρεται
αυτή η αντίφαση.
Ο Πρωταγόρας στην 4η ενότητα πρότεινε ως
ποινή για όποιον δε συμμετέχει στην αἰδῶ και τη δίκη τη θανατική ποινή . Σ’ αυτή την ενότητα,
αντίθετα, μιλά για την παιδευτική σημασία της τιμωρίας. Φαινομενικά, λοιπόν,
ερχόμαστε αντιμέτωποι με μια αντίφαση: η θανατική ποινή δεν αφήνει περιθώρια
βελτίωσης στο δράστη σε αντίθεση με την έλλογη τιμωρία.
Η αντίφαση αίρεται, αν λάβουμε υπόψη μας και το ακόλουθο χωρίο της 7ης ενότητας: «… πρέπει να εκδιώκουμε από την πόλη ή να σκοτώνουμε ως ανίατο όποιον δεν υπακούει σε αυτό το πράγμα ακόμα και μετά τη διδασκαλία, ακόμα και μετά την τιμωρία». Η θανατική ποινή αποτελεί, λοιπόν, έσχατο μέσο τιμωρίας που επιβάλλεται όταν οι άλλες μορφές τιμωρίας (νουθεσίες, θυμοί, μικρές τιμωρίες, εξορία και στέρηση πολιτικών δικαιωμάτων) δεν έχουν επιφέρει τα επιθυμητά αποτελέσματα, δηλαδή το σωφρονισμό του δράστη. Μάλιστα επιβάλλεται όχι για να εκδικηθεί η πολιτεία αυτόν που διέπραξε ένα αδίκημα αλλά για να διαφυλαχθεί η αρμονική συμβίωση και ισορροπία μέσα στην πόλη, απομακρύνοντας οποιοδήποτε ταραχοποιό στοιχείο.
Η αντίφαση αίρεται, αν λάβουμε υπόψη μας και το ακόλουθο χωρίο της 7ης ενότητας: «… πρέπει να εκδιώκουμε από την πόλη ή να σκοτώνουμε ως ανίατο όποιον δεν υπακούει σε αυτό το πράγμα ακόμα και μετά τη διδασκαλία, ακόμα και μετά την τιμωρία». Η θανατική ποινή αποτελεί, λοιπόν, έσχατο μέσο τιμωρίας που επιβάλλεται όταν οι άλλες μορφές τιμωρίας (νουθεσίες, θυμοί, μικρές τιμωρίες, εξορία και στέρηση πολιτικών δικαιωμάτων) δεν έχουν επιφέρει τα επιθυμητά αποτελέσματα, δηλαδή το σωφρονισμό του δράστη. Μάλιστα επιβάλλεται όχι για να εκδικηθεί η πολιτεία αυτόν που διέπραξε ένα αδίκημα αλλά για να διαφυλαχθεί η αρμονική συμβίωση και ισορροπία μέσα στην πόλη, απομακρύνοντας οποιοδήποτε ταραχοποιό στοιχείο.
-η τιμωρία επιβάλλεται για να μην
επαναληφθεί στο μέλλον η παρανομία.(1η
προκείμενη)
-με βάση αυτό το σκεπτικό τιμωρούν στην
ιδιωτική ζωή (ἰδίᾳ) οι γονείς και οι παιδαγωγοί τα παιδιά και τους μαθητές τους, στη δημόσια
ζωή (δημοσίᾳ) τα
δικαστήρια όσους παραβιάζουν τους
νόμους.
-όλοι οι άνθρωποι αλλά και οι Αθηναίοι
χρησιμοποιούν τις ποινές
- η ποινή αποτελούσε μέρος της διδακτικής
διαδικασίας με την οποία μεταδιδόταν η πολιτική αρετή.(2η προκείμενη)
Συμπέρασμα: η αρετή είναι
διδακτή.
«Ὡς μὲν οὖν εἰκότως ἀποδέχονται οἱ σοὶ πολῖται καὶ χαλκέως καὶ σκυτοτόμου συμβουλεύοντος τὰ πολιτικά, καὶ ὅτι διδακτὸν καὶ παρασκευαστὸν ἡγοῦνται ἀρετήν, ἀποδέδεικταί σοι…»
Η
πολιτική αρετή είναι κτήμα όλων και μπορεί να διδαχθεί. Ο Πρωταγόρας έχει
ολοκληρώσει την επιχειρηματολογία του σχετικά μ’ αυτά τα δυο θέματα
«… ἀποδέδεικταί σοι, ὦ Σώκρατες, ἱκανῶς, ὥς γέ μοι φαίνεται.»
«… ἀποδέδεικταί σοι, ὦ Σώκρατες, ἱκανῶς, ὥς γέ μοι φαίνεται.»
Η
ολοκλήρωση της επιχειρηματολογίας δηλώνει την αυταρέσκεια και την αυτοπεποίθηση του Πρωταγόρα, η οποία
μετριάζεται ευγενικά με τη φράση που ακολουθεί «ὡς γέ μοι φαίνεται».
α) Η άποψη ότι οι άνθρωποι επιβάλλουν
τιμωρίες σε όσους διαπράττουν αδικήματα, επειδή αδιαφόρησαν να αποκτήσουν την
αρετή, κι επομένως, ότι η αρετή είναι διδακτή είναι μια άποψη που δεν μπορεί να
υιοθετηθεί ανεπιφύλακτα, γιατί πρέπει πρώτα να αποδειχθεί. Ο Πρωταγόρας χρησιμοποιεί
δηλαδή την αποδεικτέα θέση (ότι η πολιτική αρετή διδάσκεται) και ως αποδεικτικό
στοιχείο. Για άλλη μια φορά,
λοιπόν, έχουμε το σόφισμα της λήψεως του ζητουμένου.
β) Η πρωτοποριακή και γενικά αποδεκτή θέση
του Πρωταγόρα για την παιδευτική σημασία της τιμωρίας θεωρείται δεδομένη αλλά δε
μπορεί να θεωρηθεί ως αποδεικτική αρχή γενικής αποδοχής, αφού δεν ανταποκρίνεται
στην πραγματικότητα εκείνης της εποχής,
που θέλει την τιμωρία μέσο εκδίκησης και καταστολής