Γράφει ο Γιώργος Τσερεβελάκης
www.patris.gr
Η ρητορική ως έλλογη πρακτική αναπτύχθηκε εκεί
που υπήρχε συγκέντρωση λαϊκών μαζών ή στρατιωτών και έπρεπε να αποσπασθεί η
εύνοιά της με τον λόγο. Κατά τη διαδικασία αυτή , εμφιλοχωρούσε η προσπάθεια
του ομιλούντος να πείσει το ακροατήριό του, όταν εκείνο διέθετε κάποιο
αισθητήριο, προσέχοντας τη μορφή και τη δομή των λεγομένων του. Η συγκεκριμένη
ευαισθησία ήταν, όπως φαίνεται, προνόμιο ιδιαίτερο των αρχαίων Αθηναίων.
Σε κανένα άλλο λαό δεν άνθησε σε τόσο μεγάλο
βαθμό η ρητορική όσον στην αρχαία Αθήνα. Βέβαια , δεν μπορεί να παραβλεφθεί η
επίδραση που μετέπειτα άσκησε ο ελληνορωμαϊκός πολιτισμός σε κάποια έθνη, στα
οποία αναπτύχθηκε ο έντεχνος λόγος αλλά μόνο σε ορισμένη περίοδο της ιστορίας
τους. Ο ελληνικός πολιτισμός της κλασικής εποχής είναι μια ιστορία της
ρητορικής-γιατί δεν νοούνται πολιτιστικά επιτεύγματα χωρίς και την ύπαρξη της
εντέχνου ρητορείας. Σημειωτέον ότι η ρητορική συνδέεται κατά άμεσο τρόπο με το
πολίτευμα της άμεσης δημοκρατίας της αρχαίας Αθήνας.
Από τα ομηρικά έπη κιόλας διακρίνουμε τις
απαρχές του ρητορικού λόγου που αποστολή έχει να πείσει και να ωθήσει προς μια
απόφαση. Από την εποχή της σύνθεσης των ομηρικών επών (8ος αιώνας π.Χ.), ο
έντεχνος λόγος κυριαρχούσε στις συγκεντρώσεις πολιτών και στρατιωτών μέσα στις
ελληνικές πόλεις-κράτη. Ο ιδανικός ηγεμόνας ήταν εκείνος ο οποίος έπραττε αλλά
και μιλούσε με τέχνη. Ήταν γενναίος πολεμιστής αλλά και ο ικανώτατος ρήτορας. Ο
λόγος προσλαμβάνει μεγάλη σημασία διότι κατά την άσκηση της εξουσίας ήταν το
κύριο όργανο. Έτσι, όταν οι ελληνικές πόλεις-κράτη εισήλθαν στην ιστορική τους
περίοδο, η ρητορική είχε ήδη κυριαρχήσει στον δημόσιο βίο τους.
Οι έντεχνοι λόγοι εμφανίζονται στα μέσα του 5ου
αιώνα π.Χ. ,όταν το αγορεύειν έγινε αντικείμενο συστηματικής καλλιέργειας και
ειδικής διδασκαλίας από ανθρώπους ειδικούς στο είδος. Την περίοδο όπου οι
Έλληνες της κεντρικής Ελλάδας διεξήγαγαν τους πολέμους κατά των Περσών, στην
Μεγάλη Ελλάδα (νότια Ιταλία) εμφανίζεται η πρώτη ανάπτυξη του ρητορικού λόγου.
Αυτή η συνειδητή προσπάθεια προόδου στην ρητορική επιτεύχθηκε μέσα στα πλαίσια
ερίδων μεταξύ αντιμαχομένων πολιτικών μερίδων στις πόλεις-κράτη της περιοχής.
Μάλιστα, πρώτο δάσκαλο της ρητορικής κατέδειξε ο Αριστοτέλης τον Εμπεδοκλή.
Ο Εμπεδοκλής όμως δεν άφησε κανένα ρητορικό
σύγγραμμα ούτε υπάρχουν πληροφορίες για τους λόγους που εξεφώνησε στην πόλη
του, τον Ακράγαντα. Αντιθέτως, είναι γνωστό ότι καλλιέργησαν τον έντεχνο λόγο
και τον δίδαξαν δύο σικελιώτες από τις Συρακούσες, ο Κόραξ και ο μαθητής του ο
Τεισίας. Πιθανόν στον δεύτερο αποδίδεται και το πρώτο εγχειρίδιο ρητορικής, η
«Τέχνη», το οποίο το διάβασαν ο Πλάτων και ο Αριστοτέλης.
Η τέχνη του λόγου δεν σταμάτησε να καλλιεργείται
στην Σικελία. Από κει κατάγεται και ο σημαντικώτατος από τους ρήτορες της
εποχής, ο Γοργίας. Από τα μέσα όμως του 5ου αιώνα π.Χ. το επίκεντρο της
ρητορικής εντοπίζεται στην Αθήνα. Εκεί ευνοείται από την εδραίωση της
δημοκρατίας και συνδυάζεται με το πολυσυζητημένο κίνημα των σοφιστών (δάσκαλοι
ανωτάτης παιδείας με αντάλλαγμα μεγάλες αμοιβές).
Στον κύκλο των σοφιστών ο έντεχνος λόγος δεν
είναι μέσο μόνο αλλά και αντικείμενο διδασκαλίας. Οι δάσκαλοι της ρητορικής
διδάσκουν εκφωνώντας έντεχνους λόγους μπρος στους μαθητές τους. Διδάσκουν
ρητορεύοντας. Ο τρόπος αυτός διδασκαλίας είναι γνωστός από τα σπαράγματα των
λόγων τους και κυρίως από τους πλατωνικούς διαλόγους.
Η ρητορική , για πολλούς σοφιστές, αποτελούσε το
κύριο μέρος της διδασκαλίας τους. Οι μαθητές που προσέρχονταν σ’ αυτούς
αποσκοπούσαν στο να αποκτήσουν τα κατάλληλα προσόντα για να γίνουν ηγέτες του
λαού. Το κύριο μέσο ήταν βέβαια ο έντεχνος λόγος που έπειθε και συνάρπαζε.
Οι σοφιστές, αδιαφορώντας για το ηθικά ορθό, και
αποβλέποντας στο εικός , στην επίφαση του λογικού, δεν έκαναν χρήση της
αλήθειας και της λογικής αλλά εκμεταλλεύονταν τις ποικίλες σκοπιμότητες της
στιγμής. Δίδασκαν πως μπορεί κάποιος να παρασύρει το πλήθος, να το κολακεύσει,
να υποθάλψει τα πάθη του και να ικανοποιήσει τις επιθυμίες του.
Το αντίπαλο δέος των σοφιστών, ο Πλάτων
στηλίτευσε τις μεθόδους αυτές των σοφιστών καθώς και τη ρητορική τέχνη. Όμως
αναγνώριζε και μερικά σημαντικά θετικά στοιχεία στους σοφιστές. Με το πέρασμα
των αιώνων και την εκ νέου αξιολόγηση , αποκαταστάθηκαν οι μεγάλοι σοφιστές και
αναγνωρίσθηκε η προσφορά τους στα γράμματα.
Η ρητορική αναπτύχθηκε σε δύο διαφορετικούς
χώρους: στους κύκλους των σοφιστών ως θεωρητική γνώση από τη μια και από την
άλλη στα δικαστήρια και στην Εκκλησία του δήμου ,ως πολιτική και δικαστηριακή
πρακτική.
Στα δικαστήρια και στην Εκκλησία του δήμου
πολλοί άνθρωποι αναγκάστηκαν να καλλιεργήσουν τις ικανότητές τους στην ρητορεία
ως πολιτικοί ή ως λογογράφοι. Χωρίς να είναι αρχικά ειδήμονες της ρητορικής
τέχνης, αναγκάστηκαν να τη μάθουν και να την εφαρμόσουν. Αν δεν το έκαναν αυτό
δεν θα μπορούσαν να πείσουν τους συμπολίτες τους στην Ηλιαία ή στην Εκκλησία.
Οι πολιτικοί άνδρες προτού εκφωνήσουν λόγους ,
τους προετοίμαζαν αλλά δεν τους έγραφαν. Οι λόγοι αυτοί απέβλεπαν κάθε φορά σε
έναν στόχο και γι’ αυτό μετά την εκφώνησή τους δεν είχαν κανένα ενδιαφέρον για
τον πολιτικό. Δεν τους κατέγραφαν, γιατί δεν είχαν καμμία πρόθεση να διδάξουν
τη ρητορική τέχνη και να τους κατατάξουν στους σοφιστές. Περίφημοι ρήτορες
υπήρξαν ο Θεμιστοκλής και σίγουρα ο Περικλής τον οποίο ο Θουκυδίδης και ο
Αριστοφάνης παρουσιάζουν στα έργα τους ως δεινότατο ρήτορα που παρέσερνε τα
πλήθη.
Το κύκνειο άσμα της ρητορικής είναι ο Δημήτριος
ο Φαληρεύς, μαθητής του Λυκείου, ο τελευταίος ρήτορας του 4ου αιώνα με κάποια
αξία. Με την κατάλυση σταδιακά της δημοκρατίας, η ρητορική ως πολιτική και
δικανική πράξη εξέλιπε, ενώ η θεωρητική της σπουδή συνεχίσθηκε αδιάκοπα μέσα
στους αιώνες.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου