Το αποδεικτικό δοκίμιο και τα χαρακτηριστικά του
· Δίνεται έμφαση στην ανάλυση και επεξεργασία μια ιδέας
· Κυριαρχεί η λογική σε σχέση με το συναίσθημα
· Η δομή είναι αυστηρή και προσεκτικά μελετημένη και υπηρετεί το σκοπό του συγγραφέα, δηλαδή την παρουσίαση ενός θέματος και την προβολή θέσεων ή εισηγήσεων
· Η γλώσσα είναι κυριολεκτική, σαφής και ακριβής
·
Ο
δοκιμιογράφος χρησιμοποιεί περισσότερο τις γνώσεις παρά τη φαντασία του, τη
δεξιότητα τεκμηρίωσης των ιδεών του
· Το ύφος του αποδεικτικού δοκιμίου είναι αντικειμενικό, χωρίς πρόθεση να εντυπωσιάσει, αλλά να πείσει για τη λογική ορθότητα των συλλογισμών
· Κυριαρχεί ο διδακτικός τόνος
Το στοχαστικό δοκίμιο και τα χαρακτηριστικά του
· Συχνά το θέμα δεν γίνεται απόλυτα αντιληπτό από τον πρόλογο
· Οι επιμέρους ιδέες συνδέονται συνειρμικά
· Δεν υπάρχει ένα καθαρό διάγραμμα
· Ο δοκιμιογράφος περιδιαβάζει ελεύθερα στο χώρο των ιδεών
· Κυριαρχεί η μεταφορική (συνυποδηλωτική ) χρήση της γλώσσας
· Συχνή η επίκληση στο συναίσθημα
· Η έμφαση δεν δίνεται τόσο στην πειθώ, όσο στην πληροφόρηση και στην τέρψη
Σημείωση : δεν είναι πάντα δυνατό να διαγραφούν σαφή όρια ανάμεσα στα δύο είδη δοκιμίων και οι περιπτώσεις που ένα δοκίμιο είναι καθαρά στοχαστικό, με ασαφές θεματικό κέντρο και συνειρμική σύνδεση των νοημάτων, είναι σπάνιες.
Κοινά χαρακτηριστικά αποδεικτικού και στοχαστικού δοκιμίου
· Ο υποκειμενισμός αποτελεί σταθερό γνώρισμα σε όλες τις μορφές των δοκιμίων και συχνά ορισμένα δοκίμια παίρνουν τον προσωπικό τόνο του ημερολογίου ή της εξομολόγησης.
· Άμεσο, οικείο ύφος που επιτυγχάνεται με τη χρήση προφορικών εκφράσεων και προσβλέπει στην επικοινωνία με τον αναγνώστη.
· Ο τόνος ενός δοκιμίου εξαρτάται από το σκοπό του συγγραφέα. Μπορεί να είναι σοβαρός, όταν ο συγγραφέας θέλει να πληροφορήσει τον αναγνώστη, φιλοσοφικός ή σατιρικός, αν σκοπεύει να τον διδάξει, χιουμοριστικός, όταν θέλει να τον διασκεδάσει, να τον τέρψει.
Ας τα ξαναθυμηθούμε...
Κριτήριο |
Στοχαστικό Δοκίμιο |
Αποδεικτικό Δοκίμιο |
Σκοπός |
Ελεύθερος στοχασμός
Ο δοκιμιογράφος περιδιαβαίνει ελεύθερα στο χώρο των ιδεών εκφράζοντας τις προσωπικές του παρατηρήσεις με βάση την πείρα της ζωής του, τις γνώσεις και τη φαντασία του, με απώτερο στόχο να προκαλέσει αισθητική συγκίνηση. |
Απόδειξη – Πειθώ
Ο δοκιμιογράφος αναλύει ή εκλαϊκεύει επιστημονικά θέματα, πληροφορεί, ερμηνεύει ή αποδεικνύει. |
Οργάνωση
|
Συνειρμική
Δεν υπάρχει σχέση απόδειξης ανάμεσα στα μέρη (παράγραφοι-ενότητες), αλλά οι επιμέρους ιδέες και τμήματα συνδέονται συνειρμικά, όπως δηλαδή η μια ιδέα ανακαλεί αυτόματα στη σκέψη κάποια άλλη. |
Λογική
Στον πρόλογο παρουσιάζεται ο προβληματισμός και η βασική θέση, στο κύριο μέρος το αποδεικτικό υλικό και στον επίλογο εξάγεται το τελικό συμπέρασμα (τριμερής δομή κειμένου).
Νοηματικές ενότητες, αλληλουχία, συνοχή |
Οπτική |
Υποκειμενική
Παρουσιάζονται υποκειμενικές κρίσεις που δηλώνονται με λέξεις όπως: νομίζω, κατά τη γνώμη μου, ίσως, θα μπορούσε, είναι πιθανόν, κλπ |
Αντικειμενική
Οι απόψεις τεκμηριώνονται και δηλώνονται ως γενικά αποδεκτές. |
Γλώσσα |
Κυρίως ποιητική/συνυποδηλωτική
Σχήματα λόγου και εικόνες που περισσότερο υποβάλλουν παρά πείθουν. |
Κυρίως δηλωτική/αναφορική
Κυριολεξία και ακρίβεια στη διατύπωση. |
Τρόπος πειθούς |
Επίκληση στο συναίσθημα
Στο κείμενο κυριαρχεί ως τρόπος πειθούς η πρόκληση συναισθημάτων χωρίς να αποκλείονται άλλες τεχνικές. |
Επίκληση στη λογική
Στο κείμενο κυριαρχεί ως τρόπος πειθούς η επιχειρηματολογία χωρίς να αποκλείονται άλλες τεχνικές. |
Συγγραφέας |
Κυρίαρχη η ιδιότητα του λογοτέχνη, η ευαισθησία, η φαντασία, η υποκειμενικότητα |
Κυρίαρχη η επιστημονική ιδιότητα, ο γνωστικός οπλισμός |
Παρατήρηση : Είναι απαραίτητο να σημειωθεί πως ο παραπάνω διαχωρισμός δεν είναι απόλυτος. Αυτό σημαίνει ότι τα χαρακτηριστικά του αποδεικτικού δοκιμίου εντοπίζονται και στο λογοτεχνικό και αντίστροφα. Εκείνο, επομένως, που τελικά καθορίζει το είδος είναι η συχνότητα στην οποία απαντά το κάθε στοιχείο, ο βαθμός στον οποίο τα μεν ή τα δε διαμορφώνουν τον ιδιαίτερο χαρακτήρα, το «χρώμα» του κειμένου. Για το λόγο αυτό τα δοκιμιακά κείμενα μπορεί να παρουσιάζουν ποικίλες διαβαθμίσεις, ξεκινώντας από καθαρά αποδεικτικά και καταλήγοντας σε λογοτεχνικά.
Πώς τεκμηριώνουμε ότι ένα δοκίμιο είναι αποδεικτικό;
Το κείμενο ανήκει στο αποδεικτικό δοκίμιο, επειδή :
· Έχει λογική οργάνωση : ο συγγραφέας παραθέτει τη βασική θέση στον πρόλογο και τη στηρίζει με επιχειρήματα στο κύριο θέμα.
· Οι απόψεις παρουσιάζονται από αντικειμενική σκοπιά.
· Κυριαρχεί η αναφορική λειτουργία της γλώσσας (δήλωση-κυριολεξία).
· Στοχεύει να πείσει/αναλύσει/εξηγήσει ότι... (το θέμα του δοκιμίου)
· Επικαλείται κυρίως τη λογική, αναφέροντας επιχειρήματα και τεκμήρια που πιστοποιούν τη θέση του συγγραφέα.
Πώς τεκμηριώνουμε ότι ένα δοκίμιο είναι στοχαστικό;
Το κείμενο ανήκει στο στοχαστικό δοκίμιο, επειδή :
· Έχει συνειρμική οργάνωση : υπάρχει ένα κεντρικό θέμα (αναφέρουμε το θέμα) γύρω από το οποίο οι σκέψεις συνδέονται μεταξύ τους συνειρμικά.
· Υπάρχει έντονος υποκειμενισμός : π.χ. «σκέφτομαι και τρομάζω μ’ αυτά που σκέφτομαι και λέω πως είναι η μοναξιά που με κάνει να τα βλέπω όλα μ’ αυτή τη σκληρή ματιά...»
· Κυριαρχεί η ποιητική λειτουργία της γλώσσας, π.χ. «η μοναξιά, αυτή η φάουσα που δίχως να θέλω με σκέπασε σαν σφικτός κισσός, η λάμια που κουβαλά στο αίμα μου μέσα η αχόρταγη, ο σκοτεινός μου έρωτας,...»
· Η συγγραφέας περιδιαβαίνει ελεύθερα στο χώρο των ιδεών εκφράζοντας προσωπικές απόψεις χωρίς ιδιαίτερη προσπάθεια πειθούς.
· Υπάρχει κυρίαρχη επίκληση στο συναίσθημα με ποιητική λειτουργία της γλώσσας (συνυποδήλωση)
Στα ακόλουθα αποσπάσματα δοκιμιακού λόγου να αναφερθείτε σε τρία τουλάχιστον στοιχεία για να τεκμηριώσετε αν αυτά ανήκουν στο είδος του αποδεικτικού ή στοχαστικού δοκιμίου
α)Για να εξηγήσουν το παράξενο αυτό φαινόμενο μερικοί αισθητικοί – πώς δηλαδή μπορεί κανείς να δαμάζει τις δυστυχίες, τις συμφορές και τις φρίκες που παρουσιάζουν σχεδόν πάντα το έπος, το μυθιστόρημα και, κατά κανόνα, η τραγωδία - έφτασαν να πουν πως ο θεατής ή ο αναγνώστης, την ώρα που βλέπει ή διαβάζει, αισθάνεται κάποια ασφάλεια και κάποια υπεροχή απέναντι των τραγικών ηρώων, μακαρίζει τον εαυτό του που δεν πάσχει όσα δεινά πάσχουν οι δύσμοιροι εκείνοι, κι απ’ αυτό προέρχεται η ευχαρίστηση και η διασκέδασή του.
Η εξήγηση βρίσκεται αλλού – βρίσκεται σ’ αυτή την ίδια την Τέχνη, στη φύση της, στην ουσία της, ή αν θέλετε, στο μυστήριό της. Γιατί κι η Τέχνη, όπως τόσα άλλα σ’ αυτόν τον κόσμο, είναι ένα μυστήριο. Συλλογισθείτε μόνο τούτο : ένα πράγμα, που αν το βλέπαμε στη ζωή, στην πραγματικότητα, δε θα μας έκανε παρά αποστροφή, βδελυγμία, φρίκη – ντροπή κάποτε -, όταν μας το παρουσιάζει ένας ζωγράφος, ένας γλύπτης, ένας μυθιστοριογράφος, μας φαίνεται όχι μόνο ανεκτό, αλλά και τερπνό κι ωραίο. Δεν είναι αυτό ένα μυστήριο, κάτι σαν μετουσίωση, κάτι σαν χημική ένωση, που από δύο σώματα παράγει ένα τρίτο ολωσδιόλου διαφορετικό;
Αισθανόμαστε βέβαια και λύπη και φρίκη, όταν το πράγμα που μας παρουσιάζει ο καλλιτέχνης είναι λυπηρό ή φρικτό, αλλά η λύπη μας, η φρίκη μας, είναι πολύ διαφορετική από εκείνη που θα είχαμε, αν βλέπαμε το ίδιο λυπηρό ή φρικτό πράγμα στην πραγματικότητα. Φαντασθείτε άξαφνα τι θα παθαίναμε, αν βλέπαμε τεράστια φίδια, θεριά, να περισφίγγουν και να πνίγουν ανθρώπους, αλλά το σύμπλεγμα του Λαοκόοντα μας ευχαριστεί, μας διασκεδάζει.
Γρ. Ξενόπουλος, Ο ρόλος της Τέχνης, ΚΝΛ Γ΄Λυκείου
β)«Καθένας όπως νιώθει», συνηθίζουν να λένε. Κι εγώ ένιωθα πολίτης τ’ ουρανού. Ένα σκαλοπάτι πιο πάνω απ’ την αντίληψη ότι η Ποίηση είναι μια απλή εξομολόγηση, έβλεπα ν’ αλλάζει ο ορίζοντας και ολόκληρο το τοπίο, ακριβώς όπως από την κορυφή ενός νησιού στα δικά μας μέρη όπου, άξαφνα, οι γνώριμες προεξοχές της στεριάς αλλάζουνε σχήμα, σου αποκαλύπτονται ανυποψίαστοι όρμοι και κάβοι, μακρινές ράχες άλλων νησιών, ένας καινούριος, πιο πλατύς και πιο πλούσιος στην ποικιλομορφία του κόσμος. Κι η κρησάρα* της συνείδησης ν’ απορρίπτει και να κρατάει, να κρατάει και ν’ απορρίπτει, όσο που μια μέρα να νιώσεις τον εαυτό σου καθαρό και διάφανο, τέτοιον που όλες οι μυστικές σου ροπές τον θέλανε, και που όλες οι συνθήκες γύρω σου συνωμοτούσαν να τον παραλλάξουν. Τόσο δύσκολο, μα τόσο δύσκολο, ν’ αφήσεις την εποχή σου να σε σφραγίσει, χωρίς να σε παραχαράξει.
Ο. Ελύτης, Ανοιχτά Χαρτιά, 4η έκδ., εκδ. Ίκαρος, 1996
*είδος κόσκινου