Σάββατο 18 Απριλίου 2015

Για τη "Ζώνη Πυρός" του Παναγιώτη Χατζημωϋσιάδη

Λίγο πριν τις πασχαλινές διακοπές επισκέφτηκε το σχολείο μου ένας παλιός συνάδελφος και φίλος συγγραφέας, ο Παναγιώτης Χατζημωϋσιάδης.Το πόσο καλό κάνει τελικά στους μαθητές η επαφή με τους λογοτέχνες αποδεικνύεται τα τελευταία χρόνια που οργανώνουμε τέτοιες επισκέψεις στο σχολείο. Οι μαθητές συζήτησαν μαζί του για τη λογοτεχνία, για τα προβλήματα που ταλανίζουν το σημερινό σχολείο αλλά και για το πως δουλεύει στο εργαστήρι του ένας συγγραφέας.


Παραθέτω ακολούθως ένα σύντομο χαιρετισμό που του απηύθυνα με αφορμή το τελευταίο συγγραφικό του πόνημα "Ζώνη πυρός"

Τον γνώρισα πριν από 10 χρόνια σε ένα λύκειο των Γιαννιτσών ως συνάδελφο και συνοδοιπόρο στο εκπαιδευτικό Γολγοθά. Ιδιαίτερα ευφυής, ευγενικός αλλά και δύστροπος μου φάνηκε στην αρχή. Με τον καιρό κατάλαβα πως πρόκειται για ένα συνάδελφο προβληματισμένο για τη εκπαίδευση και τα κοινωνικά δρώμενα, με ξεχωριστό χιούμορ αλλά και καλά τεντωμένες κεραίες που αφουγκράζονται τους παραμικρούς κραδασμούς στα θεμέλια του κοινωνικού και πολιτικού οικοδομήματος.
Κι επειδή είναι δύσκολο να κρατήσεις ισορροπίες ανάμεσα στην απόσταση που επιβάλλει ο καθωσπρεπισμός να δεις έναν προσκεκλημένο λογοτέχνη στο σχολείο σου και σε ένα φίλο- θαρρώ θα αποτολμούσα να τον αποκαλέσω και έτσι- θα προσπαθήσω σκοινοβατώντας να σας παρουσιάσω τη δική μου βιβλιοπαρουσίαση και επιτρέψτε μου να πω και βιβλιοκριτική  μετά την ανάγνωση του τελευταίου πονήματός του που τιτλοφορείται  «ΖΩΝΗ ΠΥΡΟΣ».
Σ αυτό το εράνισμα αναγνωσμάτων αναγνώρισα εξ αρχής ένα διαφορετικό τρόπο γραφής σε σχέση με τα προηγούμενα λογοτεχνικά του «παιδιά». Μια γραφή που ρέπει προς τον υπερρεαλισμό θα έλεγα, προς την ποίηση σε κάποια σημεία και που παντρεύει με τον πιο αριστοτεχνικό τρόπο το φιλολογικό του υπόβαθρο, τις παιδικές μνήμες και τη σύγχρονη σκληρή κοινωνική πραγματικότητα.
Βρήκα ευρηματική την ομαδοποίηση των διηγημάτων σε τρεις κατηγορίες, που δεν είναι καθόλου τυχαίες. Στην πρώτη με τον τίτλο «ΜΟΝΟΛΟΓΟΙ» ο συγγραφέας μας βάζει στο εργαστήρι του, όπου αναζητά το υλικό της γραφής του ανάμεσα σε παιδικές μνήμες και την ανιαρή καθημερινότητα, στην οποία  καταφέρνει ως εκ θαύματος να προσδώσει μια «φιλοσοφική» διάσταση και να μετατρέψει σε λογοτεχνικό υλικό. Εξομολογείται, αυτοστοχάζεται, εγκλωβίζεται σαν τον Ιωνά στην κοιλιά του κήτους, κρατά σημειώσεις. Από δω ξεχώρισα το ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ και το ΠΡΟΣΩΡΑΣ.
Στο πρώτο αναγνώρισα αυτοβιογραφικά ψήγματα, προσωπικές αγωνίες, και μεταθανάτιες επιθυμίες και.. μια πρόταση για το πώς αλλιώς μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε τα ημερολόγια.
Στο δεύτερο η ασθμαίνουσα στίξη προδίδει μια υπαρξιακή αγωνία. Χρησιμοποιώντας μια εμμονικά επαναλαμβανόμενη γραφή κατορθώνει να κινείται με αφάνταστη ευκολία από την παιδική ηλικία στην ωριμότητα και από κει στα γηρατειά.
Στη δεύτερη ομάδα με το γενικό τίτλο «ΚΑΤ΄ΙΔΙΑΝ» ο αφηγητής αναλαμβάνει το ρόλο του ανθρώπου της διπλανής πόρτας που δεν καταγγέλλει, απλά καταγράφει με ηρεμία την αδυσώπητη κοινωνική πραγματικότητα και τα αδιέξοδα του σύγχρονου ανθρώπου. Εδώ προέκρινα το ΠΡΟΣΚΛΗΤΗΡΙΟ και τη ΣΚΙΑ.
Στο πρώτο μέσα σε δυο σελίδες γίνεται ο άστεγος, ο άνεργος, ο λαθρομετανάστης, ο αυτόχειρας που δεν έχει να πληρώσει το νοίκι ή το εισιτήριο στο τρόλεϊ, άνθρωποι που συναντάμε καθημερινά γύρω μας.
Στο δεύτερο με τα εξόχως εύστοχα ελληνικά του αποτυπώνει με τον πιο ανάγλυφο τρόπο την απομόνωση του σύγχρονου «πετυχημένου» αστού που η επαγγελματική του επιτυχία είναι βραχνάς και σίγουρα δεν είναι αρκετή να καλύψει τα ψυχικά του κενά και ο θάνατος φαντάζει γι αυτόν ως διέξοδος και  λύτρωση.
Η τρίτη ομάδα με τον τίτλο «ΔΙΑΛΟΓΟΙ» συνιστά πραγματικά ΖΩΝΗ ΠΥΡΟΣ. Κινούμενος μεταξύ πραγματικότητας και ουτοπίας, μεταξύ ρεαλισμού και μελλοντολογίας ο συγγραφέας μας δίνει μαθήματα ιστορίας και μιλά για όλα: Ολυμπιακούς αγώνες, οικονομική κρίση, εκλογές, μετανάστες, έλλειψη φαρμάκων, οικολογική καταστροφή. Εφιαλτικά σενάρια του παρόντος και του μέλλοντος.
Στο μεταίχμιο μεταξύ πεζογραφίας και λογοτεχνικού δοκιμίου, με υποτυπώδη δράση και θεματογραφία διάσπαρτη ο  Χατζημωυσιάδης δεν τελεί εν αμηχανία: δεν είναι προχειρογράφος, όπως διάβασα σε μια βιβλιοκριτική. Αντιθέτως περνώντας από το εγώ στο εσύ και από κει στο συλλογικό κατορθώνει με τη διεισδυτική λογοτεχνική του ματιά να ακουμπήσει για άλλη μια φορά «επί τον τύπο των ήλων» και να πει τα πράγματα με το όνομά τους.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου