ΔΙΔΑΓΜΕΝΟ ΚΕΙΜΕΝΟ
Ἀριστοτέλους
Πολιτικά (Α 1, 1/Α 2, 5-6/Γ 1, 1-2)
Απόσπασμα α΄
Ἐπειδὴ
πᾶσαν πόλιν ὁρῶμεν κοινωνίαν τινὰ οὖσαν καὶ πᾶσαν κοινωνίαν ἀγαθοῦ τινος ἕνεκεν
συνεστηκυῖαν (τοῦ γὰρ εἶναι δοκοῦντος ἀγαθοῦ χάριν πάντα πράττουσι πάντες), δῆλον
ὡς πᾶσαι μὲν ἀγαθοῦ τινος στοχάζονται, μάλιστα δὲ καὶ τοῦ κυριωτάτου πάντων ἡ πασῶν κυριωτάτη
καὶ πάσας περιέχουσα τὰς ἄλλας. αὕτη δ’ ἐστὶν ἡ καλουμένη πόλις καὶ ἡ κοινωνία ἡ
πολιτική.
Απόσπασμα β΄
Τῷ
περὶ πολιτείας ἐπισκοποῦντι, καὶ τίς ἑκάστη καὶ ποία τις, σχεδὸν πρώτη σκέψις
περὶ πόλεως ἰδεῖν, τί ποτέ ἐστιν ἡ πόλις. νῦν γὰρ ἀμφισβητοῦσιν, οἱ μὲν φάσκοντες
τὴν πόλιν πεπραχέναι τὴν πρᾶξιν, οἱ δ’ οὐ τὴν πόλιν ἀλλὰ τὴν ὀλιγαρχίαν ἢ τὸν τύραννον·
τοῦ δὲ πολιτικοῦ καὶ τοῦ νομοθέτου πᾶσαν ὁρῶμεν τὴν πραγματείαν οὖσαν περὶ πόλιν,
ἡ δὲ πολιτεία τῶν τὴν πόλιν οἰκούντων ἐστὶ τάξις τις. ἐπεὶ δ’ ἡ πόλις τῶν
συγκειμένων, καθάπερ ἄλλο τι τῶν ὅλων μὲν συνεστώτων δ’ ἐκ πολλῶν μορίων, δῆλον
ὅτι πρότερον ὁ πολίτης ζητητέος· ἡ γὰρ πόλις πολιτῶν τι πλῆθός ἐστιν. ὥστε τίνα
χρὴ καλεῖν πολίτην καὶ τίς ὁ πολίτης ἐστὶ σκεπτέον. καὶ γὰρ ὁ πολίτης ἀμφισβητεῖται
πολλάκις· οὐ γὰρ τὸν αὐτὸν ὁμολογοῦσι πάντες εἶναι πολίτην· ἔστι γάρ τις ὃς ἐν
δημοκρατίᾳ πολίτης ὢν ἐν ὀλιγαρχίᾳ πολλάκις
οὐκ ἔστι πολίτης.
Απόσπασμα γ΄
Η κοινωνική οντότητα που προήλθε από τη συνένωση
περισσότερων χωριών είναι η πόλη, μια κοινωνική οντότητα τέλεια, που μπορούμε
να πούμε ότι πέτυχε τελικά την ύψιστη αυτάρκεια· συγκροτήθηκε για να
διασφαλίζει τη ζωή, στην πραγματικότητα όμως υπάρχει για να εξασφαλίζει την
καλή ζωή. Η πόλη, επομένως, είναι κάτι που ήρθε στην ύπαρξη εκ φύσεως, όπως
ακριβώς και οι πρώτες κοινωνικές οντότητες, αφού αυτή είναι το τέλος εκείνων κι
αφού αυτό που λέμε φύση
ενός πράγματος δεν είναι παρά η μορφή που αυτό έχει κατά τη στιγμή της τελείωσης, της
ολοκλήρωσής του: αυτό δεν λέμε, πράγματι, πως είναι τελικά η φύση του κάθε
πράγματος, π.χ. του ανθρώπου, του αλόγου ή του σπιτιού, η μορφή δηλαδή που το
κάθε πράγμα έχει όταν ολοκληρωθεί η εξελικτική του πορεία; Επίσης: Ο τελικός λόγος
για τον οποίο υπάρχει ένα πράγμα είναι κάτι το έξοχο, και η αυτάρκεια είναι
τελικός στόχος και, άρα, κάτι το έξοχο.
Α1. Να
μεταφράσετε ολόκληρο το α΄
απόσπασμα και από το β΄ απόσπασμα το χωρίο : «Τῷ περὶ πολιτείας ἐπισκοποῦντι …
τὴν ὀλιγαρχίαν ἢ τὸν τύραννον» .
Μονάδες 10
Β1. Στο απόσπασμα β ΄ο Αριστοτέλης αναφέρει ότι
επιβάλλεται να προηγηθεί η διερεύνηση της έννοιας της πόλης, γιατί στην εποχή
του διατυπώνονταν πολλές αμφισβητήσεις σχετικά με αυτήν την έννοια. Να
εντοπίσετε και να σχολιάσετε το περιεχόμενο αυτών των αμφισβητήσεων.
Μονάδες 15
Β2. Στο απόσπασμα α΄ ο Αριστοτέλης αναφέρει ότι η πόλη έχει
ως στόχο της το ανώτερο από όλα τα αγαθά. Σύμφωνα με το απόσπασμα γ΄ ποιο είναι
αυτό το ανώτερο αγαθό; Τι γνωρίζετε για το περιεχόμενό του καθώς και για τις
συνθήκες διασφάλισής του;
Μονάδες 15
Β3. Να βρείτε είτε στο απόσπασμα α΄ είτε στο απόσπασμα β,΄
μία ετυμολογικά συγγενή λέξη, απλή ή σύνθετη, για καθεμιά από τις παρακάτω
λέξεις της νέας ελληνικής: δημαρχείο,
απερίσκεπτος, πολλαπλασιασμός, δήλωση, αγαθοεργία, όραση, κλήση, πολιτικός,
σύνταξη, πραγματογνώμονας
Μονάδες 10
Β4. Πότε ήρθε για πρώτη φορά στην Αθήνα ο Αριστοτέλης και
γιατί επέλεξε την Ακαδημία του Πλάτωνα για τις σπουδές του; Ποια ήταν η μεταξύ
τους σχέση (δασκάλου-μαθητή) μετά την
επιστροφή του Πλάτωνα στην Αθήνα από το β’ ταξίδι του στη Σικελία;
Μονάδες
10
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου