Ο Πύρρος, βλέποντας την απελπιστική κατάσταση, αφαίρεσε τα διακριτικά του από το κράνος του και βασιζόμενος στο άλογό του όρμησε ανάμεσα στους εχθρούς που τον καταδίωκαν. Τότε δέχτηκε χτύπημα από ένα ακόντιο που τρύπησε την πανοπλία του στο θώρακα. Το τραύμα αποδείχτηκε αμελητέο και τότε στράφηκε ενάντια στο στρατιώτη που του είχε επιτεθεί, κάποιου άνδρα από το Άργος, που ήταν γιος κάποιας φτωχής ηλικιωμένης γυναίκας. Εκείνη είχε καταφύγει στη στέγη κάποιου οικήματος από όπου είχε θέα της μάχης. Όταν είδε τον κίνδυνο που διέτρεχε ο γιος της, σήκωσε έντρομη ένα κεραμίδι και το εκσφενδόνισε κατά του βασιλιά με τα δύο της χέρια. Ο Πύρρος δέχτηκε το χτύπημα κάτω από το κράνος, με αποτέλεσμα να σπάσουν οι σπόνδυλοι στη βάση του τραχήλου του. Ως αποτέλεσμα έχασε τις αισθήσεις του και τα χαλινάρια του τού έφυγαν από τα χέρια. Έτσι έπεσε ανάμεσα στους μαχόμενους που δεν αντιλήφθηκαν τι είχε συμβεί.
Εντούτοις ένας άνδρας με το όνομα Ζώπυρος, ο οποίος υπηρετούσε υπό τις διαταγές του Αντίγονου, μαζί με δύο τρεις άλλους, κατάλαβαν ποιος ήταν και τον έσυραν στο κατώφλι ενός σπιτιού, πάνω στη στιγμή που άρχιζε να ανακτά τις αισθήσεις του. Τα χέρια του Ζώπυρου δίστασαν ελάχιστα μπροστά στο βλέμμα του βασιλιά, παρόλα αυτά κατέβηκαν χτυπώντας τον άτεχνα στο σαγόνι. Έτσι τον αποκεφάλισε αργά και με δυσκολία.
Τότε ο γιος και διάδοχος του βασιλιά Αντίγονου, ο Αλκιονεύς, αφού βεβαιώθηκε για την ταυτότητα του νεκρού, άρπαξε ο ίδιος το κεφάλι και θριαμβευτικά το εναπόθεσε μπροστά στα πόδια του πατέρα του. Ωστόσο ο Αντίγονος, βλέποντας το αποτρόπαιο θέαμα, άρπαξε το ραβδί του κι άρχισε να χτυπά και να διώχνει το γιο του, αποκαλώντας τον άξεστο και βάρβαρο. Κατόπιν ξέσπασε σε λυγμούς ενθυμούμενος τις κακοτυχίες του πατέρα του, Δημητρίου, και του παππού του, Αντίγονου.
Κατόπιν διέταξε να προετοιμαστούν τα λείψανα του εχθρού του για την τελετή της ταφής και για την καύση. Όταν αργότερα ο Αλκιονεύς εντόπισε τον πρίγκιπα Έλενο κάπου σε κακή κατάσταση και ντυμένο με κουρέλια, δεν τον πείραξε. Του μίλησε με την αρμόζουσα ευγένεια και τον οδήγησε μπροστά στον πατέρα του. Ευχαριστημένος ο Αντίγονος αυτή τη φορά επαίνεσε το γιο του, επισημαίνοντας δε πως έπρεπε να του είχε δώσει καλύτερα ρούχα. Ύστερα, φρόντισε τον Έλενο και τιμώντας την κοινωνική του θέση, του έδωσε τα λείψανα του Πύρρου για να τις μεταφέρει με ασφάλεια στην πατρίδα τους.. Το έτος 1885 σε τυχαία ανασκαφή στό Προδρόμι Θεσπρωτίας, βρέθηκε ασύλητος αρχαίος τάφος, με απίστευτα ανεκτίμητα κτερίσματα. Μεταξύ αυτών ήταν ολόκληρος ο οπλισμός ενός πολύ ψηλού ιστάμενου. Περιλάμβανε ένα μοναδικό ασημένιο κράνος, ένα ορειχάλκινο θώρακα, με χρυσές πόρπες, ακόντιο, σπαθιά, κλπ. Ολα αυτά μετά τη συντήρησή τους εκτέθηκαν στό μικρό Αρχαιολογικό Μουσείο Κέρκυρας και από το 2009 εκτίθενται στό μεγαλειώδες Αρχαιολογικό Μουσείο Ηγουμενίτσας. Με βάση την παράγραφο περιγραφής του Πλούταρχου, περί της ταφής του Βασιλιά Πύρρου και δεδομένου ότι παγκοσμίως ΔΕΝ έχει ξαναβρεθεί άλλο ασημένιο κράνος, είναι πλέον βέβαιο ότι ο τάφος ανήκει στόν Βασιλιά Πύρρο Ι, του οποίο προφανώς "τα λείψανα μεταφέρθηκαν στήν πατρίδα γιά ταφή
πληροφοριακό υλικό από Wikipedia
Ὁ δὲ Πύρρος ἐφορῶν τὸν περιέχοντα χειμῶνα καὶ
κλύδωνα, τὴν μὲν στεφάνην ᾗ διάσημον ἦν τὸ κράνος ἀφελὼν ἔδωκέ τινι τῶν
ἑταίρων, αὐτὸς δὲ τῷ ἵππῳ πεποιθὼς εἰς τοὺς ἑπομένους τῶν πολεμίων ἐνέβαλε, καὶ
δόρατι πληγεὶς διὰ τοῦ θώρακος οὐ καιρίαν πληγὴν οὐδὲ μεγάλην, ἐπέστρεψε κατὰ
τοῦ πατάξαντος, ὃς ἦν Ἀργεῖος οὐ τῶν ἐπιφανῶν, ἀλλὰ πενιχρᾶς καὶ πρεσβυτέρας
[2] υἱὸς γυναικός. αὕτη τότε θεωμένη τὴν μάχην ὥσπερ αἱ λοιπαὶ γυναῖκες ἀπὸ τοῦ
τέγους, ὡς ἐπέγνω συνεστῶτα τῷ Πύρρῳ τὸν υἱόν, ἐκπαθὴς γενομένη πρὸς τὸν
κίνδυνον, ἄρασα κεραμίδα ταῖς χερσὶν ἀμφοτέραις ἀφῆκεν ἐπὶ τὸν [3] Πύρρον.
ἐμπεσούσης δὲ τῇ κεφαλῇ κατὰ τοῦ κράνους, καὶ τῶν σφονδύλων πρὸς τὴν βάσιν τοῦ
τραχήλου συντριβέντων, αἵ τ' ὄψεις συνεχύθησαν αὐτοῦ, καὶ προήκαντο [4] τὰς
ἡνίας αἱ χεῖρες. αὐτὸς δὲ κατενεχθεὶς παρὰ τὸν τοῦ Λικυμνίου σηκὸν ἔπεσεν, ὑπὸ
τῶν πολλῶν ἀγνοούμενος. [5] Ζώπυρος δέ τις τῶν παρ' Ἀντιγόνῳ στρατευομένων καὶ
δύο ἢ τρεῖς ἕτεροι προσδραμόντες καὶ κατανοήσαντες, εἴς τινα θυρῶνα παρείλκυσαν
αὐτόν, ἀρχόμενον ἐκ τῆς [6] πληγῆς ἀναφέρεσθαι. σπασαμένου δὲ τοῦ Ζωπύρου
μάχαιραν Ἰλλυρικὴν ὡς τὴν κεφαλὴν ἀποτεμοῦντος, ἐνέβλεψε δεινόν, ὥστε τὸν
Ζώπυρον περίφοβον γενόμενον καὶ τὰ μὲν τρέμοντα ταῖς χερσί, τὰ δ' ἐπιχειροῦντα,
θορύβου δὲ καὶ ταραχῆς μεστὸν ὄντα, μὴ κατ' ὀρθόν, ἀλλὰ παρὰ τὸ στόμα καὶ τὸ
γένειον ἀποτέμνοντα βραδέως καὶ μόλις ἀποσπάσαι τὴν κεφαλήν.
[7] Ἤδη δὲ σύνδηλον ἦν τὸ γεγονὸς πλείοσι, καὶ
προσδραμὼν ὁ Ἀλκυονεὺς ᾔτησε τὴν κεφαλὴν ὡς κατανοήσων. λαβὼν δ' ἀφίππευσε πρὸς
τὸν πατέρα καὶ καθεζο[8]μένῳ μετὰ τῶν φίλων προσέβαλε. θεασάμενος δὲ καὶ γνοὺς
ὁ Ἀντίγονος, τὸν μὲν υἱὸν ἀπήλασε, τῇ βακτηρίᾳ παίων καὶ καλῶν ἐναγῆ καὶ
βάρβαρον, αὐτὸς δὲ τὴν χλαμύδα προθέμενος τοῖς ὄμμασιν ἐδάκρυσεν, Ἀντιγόνου τοῦ
πάππου μνησθεὶς καὶ Δημητρίου τοῦ πατρός, [9] οἰκείων παραδειγμάτων εἰς τύχης
μεταβολήν. τὴν μὲν οὖν κεφαλὴν καὶ τὸ σῶμα τοῦ Πύρρου κοσμήσας ἔκαυσεν· [10]
ἐπεὶ δ' ὁ Ἀλκυονεὺς τῷ Ἑλένῳ περιτυχών, ταπεινῷ καὶ χλαμύδιον λιτὸν ἀμπεχομένῳ,
φιλανθρώπως ἐνέτυχε καὶ τῷ πατρὶ προσήγαγεν, ἰδὼν ὁ Ἀντίγονος "βελτίονα
μὲν" εἶπεν "ὦ παῖ ταῦτα τῶν προτέρων, ἀλλ' οὐδὲ νῦν ὀρθῶς τῷ μὴ
περιελεῖν τὴν ἐσθῆτα ταύτην, ἣ μᾶλλον ἡμᾶς [11] καταισχύνει τοὺς κρατεῖν
δοκοῦντας." ἐκ τούτου φιλοφρονησάμενος καὶ κοσμήσας τὸν Ἕλενον ἀπέστειλεν
εἰς Ἤπειρον, καὶ τοῖς φίλοις τοῦ Πύρρου πράως ἐνετύγχανε, τοῦ στρατοπέδου καὶ
τῆς δυνάμεως πάσης κύριος γενόμενος.
Πλούταρχου, Bίοι παράλληλοι, "Πύρρος"
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου