Τετάρτη 4 Σεπτεμβρίου 2013

Το «Πιστεύω» ως πρότυπο κατηγορικού λόγου.

του Γ. Μπαμπινιώτη* Το κείμενο αυτό δεν είναι προσευχή. Είναι ομολογία πίστεως τού Χριστιανού
Παλαιότερα είχα ασχοληθεί με το κείμενο τής «Κυριακής προσευχής» («Το Βήμα» 26.8.2001), δείχνοντας τη γλωσσική «τελειότητα» αυτού τού κειμένου, το οποίο αποτελείται μόνο από μία τροπική έγκλιση, την Προστακτική, για να δηλώσει τρεις ευχές (αγιασθήτω - ελθέτω - γενηθήτω) και τρία αιτήματα (δος - άφες - μη εισενέγκης). Διαφορετικό, αλλά εξίσου ενδιαφέρον, είναι ένα άλλο καίριο χριστιανικό κείμενο, το κείμενο τού «Συμβόλου τής Πίστεως», το «Πιστεύω». Το κείμενο αυτό συντάχθηκε από τους Πατέρες των δύο πρώτων Οικουμενικών Συνόδων, τής Νίκαιας (325) και τής Κωνσταντινουπόλεως (381), και είναι γνωστό ως «Σύμβολο Νικαίας-Κωνσταντινουπόλεως», περιλαμβανόμενο και στη Θ. Λειτουργία.
 
Πιστεύω εις ένα Θεόν, Πατέρα, Παντοκράτορα, ποιητήν ουρανού και γης, ορατών τε πάντων και αοράτων. Και εις ένα Κύριον Ιησούν Χριστόν, τον Υιόν του Θεού τον μονογενή, τον εκ του Πατρός γεννηθέντα προ πάντων των αιώνων. Φως εκ φωτός, Θεόν αληθινόν εκ Θεού αληθινού γεννηθέντα, ου ποιηθέντα, ομοούσιον τω Πατρί, δι' ου τα πάντα εγένετο. Τον δι' ημάς τους ανθρώπους και δια την ημετέραν σωτηρίαν κατελθόντα εκ των ουρανών, και σαρκωθέντα εκ Πνεύματος Αγίου, και Μαρίας της Παρθένου, και ενανθρωπήσαντα. Σταυρωθέντα τε υπέρ ημών επί Ποντίου Πιλάτου, και παθόντα, και ταφέντα. Και αναστάντα τη τρίτη ημέρα κατά τας Γραφάς. Και ανελθόνται εις τους ουρανούς, και καθεζόμενον εκ δεξιών του Πατρός. Και πάλιν ερχόμενον μετά δόξης κρίναι ζώντας και νεκρούς, Ου της Βασιλείας ουκ έσται τέλος. Και εις το Πνεύμα το Αγιον, το Κύριον, το Ζωοποιόν, το εκ του Πατρός εκπορευόμενον, το συν Πατρί και Υιώ συμπροσκυνούμενον και συνδοξαζόμενον, το λαλήσαν διά των Προφητών. Εις Μίαν, Αγία, Καθολικήν, και Αποστολικήν Εκκλησίαν. Ομολογώ έν Βάπτισμα εις άφεσιν αμαρτιών. Προσδοκώ Ανάστασιν νεκρών, και ζωήν του μέλλοντος αιώνος. Αμήν
 
 
Το κείμενο αυτό δεν είναι προσευχή. Είναι διακήρυξη. Για την ακρίβεια, είναι ομολογία πίστεως τού Χριστιανού. Επικοινωνιακά, είναι ένα κείμενο κατηγορικού λόγου, δηλ. ένα κείμενο δογματικής δήλωσης κατηγορημάτων, με τα οποία περιγράφονται οι ιδιότητες τού Τριαδικού Θεού και, προκειμένου για τον Χριστό, και τα ιστορικά γεγονότα τής επί Γης παρουσίας του. Ετσι, όλο το κείμενο οικοδομείται πάνω σε ένα ρήμα, το ρήμα πιστεύω, περιλαμβάνει δε μόνο ονόματα (ουσιαστικά, επίθετα και μετοχές), με εξαίρεση δύο αναφορικές προτάσεις (δι' ου τα πάντα εγένετο - ου τής βασιλείας ουκ έσται τέλος) και ένα απαρέμφατο (κρίναι). Τα ομολογώ και προσδοκώ (στο τέλος τού Συμβόλου) αποτελούν διακηρυσσόμενες στάσεις-δεσμεύσεις τού πιστού, οι οποίες συμπληρώνουν τον κύριο κορμό τού κειμένου.
 

 
 
H απόδοση ιδιότητας στην Ελληνική, δηλ. η γλωσσική εξειδίκευση τής υπόστασης ενός προσώπου, επιτυγχάνεται με τρεις βασικούς τρόπους: (α) χρήση κατηγορουμένου (β) χρήση επιθετικού προσδιορισμού και (γ) χρήση κατηγορηματικού προσδιορισμού. Στο «Σύμβολο τής Πίστεως» επιλέγονται οι τρόποι (β) και (γ). Συγκεκριμένα, διακηρύσσεται η πίστη στον Θεό και στον Χριστό με προβεβλημένες δηλώσεις κατηγορηματικού τύπου (γ): Πιστεύω εις ένα Θεόν * Πατέρα, παντοκράτορα, ποιητήν ουρανού... και (πιστεύω) και εις ένα Κύριον Ιησούν Χριστόν * τον Υιόν τού Θεού, τον μονογενή [...], φως εκ φωτός, Θεόν αληθινόν [...], ομοούσιον... H πίστη στο Αγιον Πνεύμα διακηρύσσεται με δηλώσεις προσδιοριστικού τύπου (β): και (πιστεύω) εις το Πνεύμα - το άγιον, το κύριον, το ζωοποιόν [...].

Ωστόσο, η ομολογία πίστεως σε σχέση με τα άλλα δύο πρόσωπα τού Τριαδικού Θεού, το πρόσωπο τού Χριστού και το πρόσωπο τού Αγίου Πνεύματος, απαιτούσε και δηλώσεις δογματικών παραδοχών και ιστορικών γεγονότων (πράξεις, ενέργειες και καταστάσεις) που γλωσσικά οδηγούν στο ρήμα. Ο μηχανισμός που επελέγη στο κείμενο τού Συμβόλου είναι ο συνδυασμός ρηματικής και ονοματικής δήλωσης, δηλ. η χρήση (αναφορικών) μετοχών. Ετσι, στο σύνολό της η γλωσσική δομή τού κειμένου διατήρησε το «σφιχτό» ενιαίο ονοματικό ύφος, κύριο συστατικό τού κατηγορικού λόγου που είναι οι δογματικές διατυπώσεις. Συγκεκριμένα, η αναφορά σε δογματικά θέματα για την υπόσταση τού προσώπου τού Χριστού και σε ιστορικά γεγονότα όπως είναι η ενανθρώπηση, η επίγεια δράση και η αιώνια παρουσία του επιτελείται γλωσσικά με τη χρήση μετοχών: και (πιστεύω) εις ένα Κύριον Ιησούν Χριστόν * [...] τον εκ τού Πατρός γεννηθέντα, [...]γεννηθέντα, ου ποιηθέντα, τον [...]κατελθόντα[...] και σαρκωθέντα [...] και ενανθρωπήσαντα, σταυρωθέντα τε [...] και παθόντα και ταφέντα και αναστάντα [...] και ανελθόντα [...] και καθεζόμενον [...] και πάλιν ερχόμενον [...]. Ομοίως, η πίστη στο Πνεύμα το Αγιον περιλαμβάνει δογματικές δηλώσεις που εκφέρονται «ρηματοονοματικά», δηλ. με μετοχές: το εκ τού Πατρός εκπορευόμενον, το συν Πατρί και Υιώ συμπροσκυνούμενον και συνδοξαζόμενον, το λαλήσαν... H ενεργοποίηση τού λεπτού μηχανισμού των μετοχών βοηθεί στην πλήρωση σύνθετων εκφραστικών αναγκών, όπως είναι η χρήση μιας ονοματοποιημένης δήλωσης συνδυασμένης με παράλληλη δήλωση τού χρόνου (έμφαση σε έγχρονα ιστορικά γεγονότα τού βίου τού Χριστού: κατελθόντα, σταυρωθέντα, παθόντα, ταφέντα, αναστάντα κ.λπ.) και τού ποιού τής ρηματικής ενέργειας (έμφαση στο γεγονός τής γέννησης * γεννηθέντα, ου ποιηθέντα, έμφαση στην αιώνια διάρκεια τής παρουσίας * καθεζόμενον εκ δεξιών τού Πατρός... κ.λπ.).

Οι γλωσσικές επιλογές που έγιναν από τους συντάκτες τού κειμένου σε συνδυασμό με ορισμένες μορφολογικές δυνατότητες που προσφέρει η Ελληνική, όπως η χρήση μετοχών, προσέδωσαν στο κείμενο τού Συμβόλου τής Πίστεως χαρακτήρα πρότυπου κατηγορικού λόγου. H γλωσσική ανάγκη των εκφραστών τής χριστιανικής πίστης να δηλώσουν - συχνά με σωρευτικό τρόπο - τις ιδιότητες τού Τριαδικού Θεού αλλά μαζί και πράξεις, ενέργειες και καταστάσεις που συνδέονται με τα τρία πρόσωπα τής μίας θεότητας εξυπηρετήθηκαν με σοφή, λεπτή και εμπνευσμένη χρήση των γλωσσικών μηχανισμών και δυνατοτήτων τής Ελληνικής. Ετσι, το ύφος τού κειμένου έχει την επιδιωκόμενη για έναν τέτοιο τύπο κειμένου σημασιακή μονοσημία, υψηλή δηλωτικότητα και την αυστηρότητα που απαιτεί ένα «καταστατικό» δογματικό κείμενο πίστεως όπως αυτό. Εχει ακόμη εκφραστική ποικιλία, λεπτές εννοιολογικές διακρίσεις (αγέννητος ο Πατήρ, δημιουργός των πάντων, γεννηθείς εκ τού Πατρός ο Υιός προ πάντων των αιώνων, ομοούσιος τω Πατρί, εκπορευόμενον εκ τού Πατρός το Πνεύμα, συν Πατρί και Υιώ συμ-προσκυνούμενον και συν-δοξαζόμενον κ.τ.ό.) και προ πάντων αξιοποίηση των δομικών (γραμματικοσυντακτικών) και σημασιολογικών κατηγοριών τής γλώσσας, που είναι γνωστές ως μέρη τού λόγου. Για μια ακόμη φορά, στο κείμενο τού Συμβόλου τής Πίστεως η λιτότητα των χρησιμοποιουμένων γλωσσικών μέσων, όπως έχει δείξει ο Roman Jakobson, ήτοι η αποκλειστική εν προκειμένω χρήση τού ονοματικού μηχανισμού τής γλώσσας (στον οποίο περιλαμβάνεται και η μετοχή) προβάλλει ανάγλυφα ως διαπιστωμένες και βιωμένες αλήθειες τις θεμελιώδεις δογματικές θέσεις τής Πίστης μας.
 
Το Βήμα: Νέες Εποχές, σ. 46, 5/9/2004

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου